ζωγράφος Γιάννης Ψυχοπαίδης
Το μεγάλο έλλειμμα σήμερα είναι η έννοια
της ιστορικότητας και της συνέχειας.
- Ο παρεξηγημένος λόρδος Βύρων
«Το ρομαντικό, ουτοπικό στοιχείο που είχε ο Βύρωνας
ήταν και ένα από τα πιο ενδιαφέροντα της προσωπικότητάς του:
ήταν πραγματιστής και ρομαντικός μαζί.
Ήταν παρεξηγημένος έτσι κι αλλιώς από τα συμβατικά ήθη της εποχής του.
Κι ήταν κι ένας άνθρωπος που είχε συγκρουστεί με την κοινωνική του τάξη,
η οποία κοινωνική τάξη δεν του συγχώρεσε τις ιδέες του ποτέ.
Ο Βύρωνας μιλάει για κατά της θανατικής ποινής πολύ νωρίς,
υποστηρίζει το εργατικό δίκαιο, είναι άνθρωπος "αγκαζαρισμένος"
στις ιδέες της δικαιοσύνης και της ελευθερίας.
Απέκτησε περιουσία που την παραχωρούσε στις ιδέες του
και στον επαναστατικό, ελληνικό αγώνα.
Έζησε με πάθος τα πάντα: από τους μεγάλους έρωτες
έως τα επαναστατικά κινήματα.
Ήταν μια προσωπικότητα πολύ περισσότερο ενδιαφέρουσα
απ' ότι την παρουσιάζουν τα συμβατικά βιβλία της ιστορίας.
Δεν δίστασε σε κανένα εμπόδιο και διαφύλαξε τη χάρη και μια αθωότητα
παρ' ότι ήταν πραγματιστής».
Τέχνη και πολιτική
«Αυτό που αναζητά η τέχνη είναι η σκοτεινή πλευρά του φεγγαριού,
κι αυτή είναι η επαναστατική της ελευθερία»
Η "πυκνή" δεκαετία του '60
«Συλλογικότητα η πολύτιμη παρακαταθήκη που έχουμε φυλάξει».
Το μεγάλο έλλειμμα σήμερα
«Το μεγάλο έλλειμμα σήμερα είναι η έννοια της ιστορικότητας και της συνέχειας.
Είναι το πολύτιμο ζητούμενο. Φυσικά είμαστε απογοητευμένοι
από την περιρρέουσα κατάσταση αλλά δεν το βάζουμε κάτω.
Θα πρέπει να διαφυλάξουμε αυτό που λέμε αξιοπρέπεια,
ανθρωπιά και ανθρωπισμός με ένα τρόπο
που είναι μαχόμενος μέσα από μια πολεμική.
Βαλλόμαστε απ' όλες τις πλευρές και κυρίως βάλλεται
η ανθρωπιστική μας συνείδηση.
Αν δεν το στηρίξουμε αυτό, αυτό θα σημαίνει απόλυτη καταστροφή
ανθρώπων και ιδεών μαζί».
Info: Γιάννης Ψυχοπαίδης
- ιφιγένεια γεωργιάδου Συλλογικότητα η πολύτιμη παρακαταθήκη που έχουμε φυλάξει».
Το μεγάλο έλλειμα σήμερα «Το μεγάλο έλλειμμα σήμερα είναι η έννοια της ιστορικότητας και της συνέχειας. Γιάννης Ψυχοπαίδης
Sofi Eliaki Πολύτιμη παρακαταθήκη
Δημητρης Μετσοβιτης Ο Λόρδος Μπάιρον By(Aa)ron.....
ιφιγένεια γεωργιάδου Δημητρης αποκαλυπτικό!!!!!!!!!
Δημητρης Μετσοβιτης Ο Λόρδος Μπάιρον By(Aa)ron..... γεννήθηκε χωλός (στη δεξιά κνήμη) και τα πρώτα χρόνια διέμενε με την μητέρα του στην περιοχή Αμπερντήν (Aberdeen) της Σκωτίας, μάλλον φτωχικά, όπου και έμαθε και τα πρώτα του γράμματα. Στις 19 Μαΐου του 1798 πέθανε ο αδελφός του παππού του, από τον πατέρα του, Ουίλιαμ Μπάιρον, γνωστός ως ο μοχθηρός Λόρδος, και έτσι ο δεκαετής νεαρός, ο οποίος ήταν πρώτος στη σειρά διαδοχής, κληρονόμησε τον τίτλο του Βαρώνου Μπάιρον. Έτσι, η ζωή του από τότε άλλαξε. Σπούδασε στο Κολέγιο Τρίνιτυ (Τριάδα) του Πανεπιστημίου του Κέμπριτζ, αποκτώντας πολύ καλή μόρφωση. Ήταν χαρακτήρας ανήσυχος, παρορμητικός και τυχοδιωκτικός. Έτσι, ξεκίνησε περιοδείες και περιπλανήσεις στη νότια Ευρώπη: (Πορτογαλία, Ισπανία, Ελλάδα, Τουρκία).
Απεβίωσε στις 19 Απριλίου του 1824 στο Μεσολόγγι, ύστερα από πυρετό.
Δημητρης Μετσοβιτης ο ρόλος και ο σκοπός του Λόρδου Μπάιρον By(Aa)ron..... ήταν , ένας, να μας δέσει με τα δάνεια μέχρι σήμερα να μην μπορουμε να σηκώσουμε κεφάλι Στις 2 Ιουνίου 1823, το Εκτελεστικό εξουσιοδότησε τους Ιωάννη Ορλάνδο, Ανδρέα Ζαΐμη και Ανδρέα Λουριώτη να μεταβούν στο Λονδίνο και να συνάψουν δάνειο 4.000.000 ισπανικών ταλλήρων. Το ελληνικό παράδοξο βέβαια εμφανίστηκε ξανά με την επιτροπή να μην έχει χρήματα να ταξιδέψει, τα οποία κάλυψε εν τέλει με δάνειο Ο Λόρδος Μπάιρον By(Aa)ron..... . Στις 26 Ιανουαρίου 1824, ο Ιωάννης Ορλάνδος και ο Ανδρέας Λουριώτης έφθασαν στο Λονδίνο και μετά από έντονες διαπραγματεύσεις, στις οποίες πήραν μέρος και μέλη του Φιλελληνικού Κομιτάτου, εγκρίθηκε ένα δάνειο 800.000 λιρών με τον οίκο Λόφναν (9 Φεβρουαρίου 1824). Το δάνειο είχε τόκο 5%, προμήθεια 3%, ασφάλιστρα 1,5% και περίοδο αποπληρωμής 36 χρόνια. Ως εγγύηση για την αποπληρωμή του δανείου τέθηκαν από ελληνικής πλευράς τα δημόσια κτήματα και όλα τα δημόσια έσοδα. Και τότε ήταν που άρχισαν τα ευτράπελα.
Το δάνειο αμέσως μειώθηκε αφού το είχε οριστεί στο 59% του ονομαστικού (472.000 λίρες) και αμέσως μετά αφαιρέθηκαν προμήθειες, χρεολύσια, η προκαταβολή των τόκων δύο ετών συνολικής αξίας 98.000 λιρών, με μόλις 298.000 λίρες να φτάνουν εν τέλει στην Ελλάδα, με την κυβέρνηση Κουντουριώτη να σπαταλά το μεγαλύτερο μέρος του στην εμφύλια διαμάχη, διαψεύδοντας οικτρά τις όποιες ελπίδες υπήρχαν για μια – υποτυπώδη έστω – ανάπτυξη.
Σύντομα έγινε ξεκάθαρο ότι η Ελλάδα δεν μπορούσε να αποπληρώσει το δάνειο και έτσι στις 31 Ιουλίου του 1824 το Βουλευτικό αποφασίζει τη σύναψη και νέου δανείου, λίγες εβδομάδες μετά την καταστροφή της Κάσου και των Ψαρών κι ενώ η Επανάσταση βρίσκεται σε κρίσιμο στάδιο, με την ίδια…επιτυχημένη ομάδα των Ορλάνδου και Λουριώτη να κάνει πάλι τις διαπραγματεύσεις.
Σύντομα εγκρίθηκε δάνειο ονομαστικής αξίας 2.000.000 λιρών και όπως και στο πρώτο δάνειο, το ποσό να μειώνεται στις 816.000 λίρες, αφού το δάνειο είχε οριστεί στο 55% του ονομαστικού (1.100.000) και από αυτό παρακρατήθηκαν 284.000 λίρες για προκαταβολή τόκων δύο ετών, χρεολύσια, προμήθεια και άλλες δαπάνες.
Το δάνειο αυτή τη φορά το διαχειρίστηκαν Άγγλοι τραπεζίτες, οι οποίοι απευθείας αφαίρεσαν 212.000 λίρες για την αναχρηματοδότηση του πρώτου δανείου, 77.000 για την αγορά όπλων και πυροβόλων, από τα οποία ελάχιστα ήρθαν στην Ελλάδα, 160.000 για την παραγγελία 6 ατμοκίνητων πλοίων, από τα οποία μόνο τρία έφθασαν στην Ελλάδα («Καρτερία», «Επιχείρηση», «Ερμής») και 155.000 για τη ναυπήγηση δύο φρεγατών στην Νέα Υόρκη, από τις οποίες μόνο η φρεγάτα «Ελλάς» ήλθε στην Ελλάδα, ενώ η δεύτερη πουλήθηκε για να χρηματοδοτηθεί η πρώτη.
Τελικά, στην Ελλάδα έφθασε μόνο το ποσό των 232.558 στερλινών, δηλαδή λιγότερο από εκείνο που έλαβε κατά το πρώτο δάνειο, αν και το δεύτερο είχε συναφθεί σε υπερδιπλάσιο ύψος.
Τα δύο δάνεια, τα οποία χαιρετίστηκαν ως «σωτήρια» από το ελληνικό πολιτικό κατεστημένο, όχι μόνο δεν βοήθησαν ποτέ τον Ελληνικό Αγώνα, αλλά έφεραν πιο πολλές διαμάχες, ενώ έθεσαν επίσης τη χώρα σε τροχιά εξάρτησης από τις «Μεγάλες Δυνάμεις», εξάρτηση η οποία κατά πολλούς συνεχίζεται μέχρι τώρα…
Δημητρης Μετσοβιτης Δηλαδή από το 1825 η εμπόλεμη Ελλάδα ενεφάνιζε ένα μοναδικό φαινόμενο στην Παγκόσμια Οικονομική Ιστορία: Οι ξένοι κερδοσκόποι χορηγούσαν στην Ελληνική Πολιτεία δάνεια τα οποία ήσαν κολοσσιαία για τα οικονομικά της μεγέθη, αφού μόνον οι τόκοι (χωρίς χρεωλύσια) υπερέβαιναν το… 101% των συνολικών εσόδων τού κράτους!!!
Δημητρης Μετσοβιτης Άγγλος τραπεζίτης , .........
ιφιγένεια γεωργιάδου Δημητρης μία ιστορία που ομολογώ με ξαφνιάζει αλλά παράλληλα δίνει και απαντήσεις σε πολλές απορίες μου...σε ευχαριστώ για τον κόπο και την προσπάθεια που καταβάλλεις.... για την ενημέρωση τόσο την δική μου όσο και των φίλων που θα μελετήσουν πιστεύω...... με μεγάλο ενδιαφέρον όπως και εγώ όλες αυτές τις λεπτομερείς παρουσιάσεις.....ενός θέματος τόσο ζωτικού για την επιβίωση μας.......
Toula Markoni-gasteratou ΘΕΜΑ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗΣ.............. ΜΟΥ ΑΡΕΣΕΙ!!!
Sofi Eliaki Πραγματι θεμα αναζητησης
Ευθύμιος Αναγνώστου Δεν δίστασε σε κανένα εμπόδιο και διαφύλαξε τη χάρη και μια αθωότητα παρ' ότι ήταν πραγματιστής»
«…Η ροή της ποίησης και αυτή της ζωγραφικής είναι σαν δυο ανυπότακτα ποτάμια που τρέχουν παράλληλα, το κάθε ένα με τα δικά του νερά, τις δικές του πηγές, που όμως συνδέονται στο βάθος της γης, και βγαίνουν από ένα κοινό έγκατο… Και όσο περισσότερο ζωγραφική και ποίηση είναι ο αυθεντικός εαυτός τους, τόσο περισσότερο μπορούν να κατανοήσουν η μια την άλλη και να καταγράψουν το βαθύτερο ψυχικό τοπίο, τον κοινό τόπο που τους συνδέει και που μέσα του άνθησαν…», γράφει ο ζωγράφος Γιάννης Ψυχοπαίδης.
Απόσπασμα: Τα νησιά της Ελλάδας
Συγγραφέας: Λόρδος Βύρων
Μεταφραστής: Αργύρης Εφταλιώτης
Από τη συλλογή «Παλιοί σκοποί»
Τα νησιά της Ελλάδας
Τὰ νησιὰ τῆς Ἑλλάδας! ὦ νησιὰ βλογημένα,
Ποῦ μὲ ἀγάπη καὶ φλόγα μιὰ Σαπφὼ τραγουδοῦσε,
Ποῦ πολέμων κ' εἰρήνης δῶρα ἀνθίζαν σπαρμένα,
Ποῦ τὸ φέγγος του ὁ Φοῖβος ἀπ' τὴ Δῆλο σκορποῦσε!
Ἄχ, ἀτέλειωτος ἥλιος σᾶς χρυσώνει ὡς τὰ τώρα,
Μὰ βασίλεψαν ὅλα, ὅλα τἄλλα σας δῶρα!
Καὶ τῆς Χίος τὴ Μοῦσα, καὶ τῆς Τέως τὴ λύρα,
Ἀντρειοσύνης κι ἀγάπης δοξαρίσματα πρῶτα,
Σὲ ἄλλους τόπους γιὰ φήμη τὰ μετάφερε ἡ Μοῖρα,
Γιατί ἡ μαύρη τους μάννα μήτε ἄ ζοῦνε δὲ ρώτα!
Κι ἀντιλάλησαν ξάφνω παραπέρα στὴ Δύση
Ἀπ' ἐκεῖ ποῦ ἀνθίζαν τῶ «Μακάρων αἱ νῆσοι».
Τὰ βουνὰ τὸ μεγάλο Μαραθώνα θωρᾶνε,
Κ' ἡ ἀθάνατη βλέπει τὰ πελάγη κοιλάδα.
Ἐδῶ πέρα μονάχος συλλογιόμουν πῶς νἆναι
Θὰ μποροῦσε καὶ πάλε μιὰ ἐλεύτερη Ἑλλάδα!
Γιατὶ πῶς νὰ κοιτάζω τὸ Περσάνικο μνῆμα,
Καὶ νὰ λέγω πῶς εἶμαι τῆς σκλαβιᾶς κ' ἐγὼ θῦμα!
Στὸν γκρεμνὸ ποῦ ἀντικρύζει τὴ μικρὴ Σαλαμῖνα,
Μιὰ φορὰ βασιλέας θρονιαζότανε. Κάτου
Δίχως τέλος καράβια μὲ τἀμέτρητα ἐκεῖνα
Μαζευόντανε πλήθη. Εἶταν ὅλα δικά του.
Τὴν αὐγὴ μὲ καμάρι τὰ μετροῦσε ἐκεῖ πέρα,
Μὰ τί γένηκαν ὅλα σάνε βράδιασε ἡ μέρα!
Ποῦ εἶν' ἐκεῖνα! Ποῦ εἶναι, ὦ πατρίδα καημένη!
Κάθε λόγγος σου τώρα κι ἀκρογιάλι ἐβωβάθη!
Τῶν παλιῶν τῶν ἡρώων ἕνας μῦθος δὲ μένει,
Τῆς μεγάλης καρδιᾶς τους κάθε χτύπος ἐχάθη.
Καὶ τὴ λύρα σου ἀκόμα τὴν ἀφῆκες, ὠημένα!
Ἀπ' τοὺς θείους σου ψάλτες νὰ ξεπέσῃ σ' ἐμένα!
Μὲς στὸν ἄδοξο δρόμο ποῦ μιὰ τύχη μὲ σέρνει
Μὲ φυλὴ ποῦ σηκώνει τῆς σκλαβιᾶς ἁλυσίδα,
Κάποιο βάλσαμο κρύφιο στὸ τραγούδι μου φέρνει
Ἡ ντροπὴ ποῦ μὲ πιάνει γιὰ μιὰ τέτοια πατρίδα!
Καὶ τί νἄχῃ ἐδῶ ἄλλο ποιητὴς παρὰ μόνο
Γιὰ τοὺς Ἕλληνες πίκρα, γιὰ τὴ χώρα τους πόνο!
Πρέπει τάχα νὰ κλαῖμε μεγαλεῖα χαμένα,
Καὶ ντροπὴ νὰ μᾶς βάφῃ ἀντὶς αἷμα, σὰν πρῶτα;
Βγάλε, ὦ γῆς δοξασμένη, ἀπ' τὰ σπλάχνα σου ἕνα
Ἱερὸ ἀπομεινάρι τῶν παιδιῶν τοῦ Εὐρώτα!
Ἀπ' ἐκειοὺς τους Τρακόσους τρεῖς ἄν ἔρθουνε, φτάνουν
Ἄλλη μιὰ Θερμοπύλα στὰ βουνά σου νὰ κάνουν.
Πῶς! Ἀκόμα σωπαίνουν; Πῶς! Ἀκόμα συχάζουν;
Ὄχι, ὄχι! Ἀκούγω τὶς ψυχὲς ἀπ' τὸν ᾍδη
Σὰν ποτάμι ποῦ τρέχει μακρινὰ, νὰ φωνάζουν:
«Ἕνας μόνο ἄς σαλέψῃ ζωντανὸς, καὶ κοπάδι
Ἀπ' τῆ γῆς ἀποκάτου λεβεντιὰ ξεκινοῦμε.
Εἶναι αὐτοὶ ποῦ κοιμοῦνται· ἐμεῖς ἀκομα σ' ἀκοῦμε!»
Ἄχ, τοῦ κάκου, τοῦ κάκου! ἄλλες λύρες στὰ χέρια!
Μὲ σαμιώτικο τώρα τὸ ποτήρι ἄς γεμίσῃ.
Ἄφινε αἷμα καὶ μάχες γιὰ τὰ τούρκικα ἀσκέρια,
Καὶ καθένας τὸ αἷμα τοῦ ἀμπελιοῦ του ἄς μᾶς χύσῃ!
Δές τους! Ὅλοι ξυπνᾶνε καὶ πετοῦν ὡς ἀπάνω,
Τοῦ μικρόψυχου Βάκχου τὸ ἐγκώμιο σὰν κάνω!
Τὸν Πυρρίχιο χορό σας ὡς τὰ τώρα βαστᾶτε,
Ἡ Πυρρίχια ἡ «φάλαγξ» ποῦ νὰ πῆγε, καημένοι!
Ἀπὸ δυὸ τέτοια δῶρα πῶς ἐκεῖνο ξεχνᾶτε
Ποῦ ψυχὲς ἀντρειώνει καὶ καρδιὲς ἀνεσταίνει!
Καὶ τὰ γράμματα ἀκόμα ἑνὸς Κάδμου κρατεῖτε·
Τάχα νἆταν γιὰ σκλάβους τὰ ψηφιά του θαρρεῖτε;
Τὸ Σαμιώτικο χύνε στὸ ποτήρι ὡς τὰ χείλη!
Ὄξω οἱ λῦπες! Ἐλᾶτε μὲ τὴν πλώσκα γεμάτη!
Ἔτσι ἔψελνε ὁ θεῖος Ἀνακρέοντας, φίλοι!
Σκλάβος εἶταν κ' ἐκεῖνος, μὰ ἑνὸς Πολυκράτη.
Ἀπὸ ξένους τυράννους δὲν ἐγνώριζαν τότες·
Εἶταν αἷμα δικό τους, σὰν κι αὐτοὺς πατριῶτες.
Τὴ Χερσόνησο ἕνας μιὰ φορὰ τυραννοῦσε,
Μὰ διαφέντευε πρῶτος τὰ καλὰ, τὴν τιμή της.
Μιλτιάδη τὸν λέγαν. Ἄχ, καὶ πάλε νὰ ζοῦσε!
Ἕνα ἄς εἶχε ἡ πατρίδα τέτοιο πάλε παιδί της!
Βασιλιὰς σὰν κ' ἐκεῖνον ποιό λαὸ δὲ μαγεύει!
Βασιλιὰς ποῦ μὲ ἀγάπη μοναχὴ σὲ δεσμεύει.
Στὸ ποτήρι μου πάλε τὸ Σαμιώτικο χύνε!
Στὸ Σουλιώτικο βράχο, πρὸς τῆς Πάργας τὸ χῶμα,
Γενεὰ σιδερένια ὡς τὰ σήμερα εἶναι,
Ποῦ ἀπὸ μάννες Δωρίδες λὲς καὶ βγαίνει ἀκόμα.
Ἴσως μένει ἐκεῖ πέρα κάποιος σπόρος κρυμμένος,
Ποῦ θὰ δείξῃ ἄ δὲν εἶναι Ἡρακλείδικο γένος.
Ἀπ' τοὺς ἄπιστους Φράγκους λευτεριὰ μὴ ζητᾶτε!
Ἐκεῖ ζοῦν ἡγεμόνες ποῦ πουλοῦν κι ἀγοράζουν.
Μὲ δικό σας τουφέκι καὶ σπαθὶ πολεμᾶτε!
Αὐτοῦ θἄβρετ' ἐλπίδα, κι ὅ,τι θέλουν ἄς τάζουν.
Ζυγὸς Τούρκου, μὲ Φράγκου πονηριὰ σὰν ταιριάσουν
Τὴν ἀσπίδα, ὅσο νἆναι δυνατὴ, θὰ τὴ σπάσουν.
Μὲ Σαμιώτικο πάλε τὸ ποτήρι ἄς γεμίσῃ!
Μὲς στὸν ἴσκιο χορεύουν οἱ κοπέλλες μας πάλι·
Σὰν τὰ μαῦρα τους μάτια δὲν εἶδε ἄλλα ἡ φύση,
Μὰ σὰ βλέπω τὴ νιότη καὶ τἀφρᾶτα τους κάλλη,
Τὸ δικό μου τὸ μάτι τὸ θολώνει μιὰ στάλα,
Ποῦ γιὰ σκλάβους τὸ θένε τῶ βυζιῶν τους τὸ γάλα!
Στοῦ Σουνιοῦ θὰ καθίσω τὸ μαρμάρινο βράχο,
Σύντροφό μου τὸ κῦμα τοῦ Αἰγαίου θὰ κάνω,
Αὐτὸ ἐμένα νἀκούγῃ, κ' ἐγὼ ἐκεῖνο μονάχο,
Κ' ἐκεῖ ἀπάνω σὰν κύκνος μὲ τραγούδι ἄς πεθάνω.
Δὲ σηκώνει ἡ ψυχή μου σκλάβα γῆ! Χτύπα κάτω
Τῆς σκλαβιᾶς τὸ ποτήρι, κι ἄς πάῃ νἆναι γεμᾶτο!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.