Διαλύεται ο παλιός κόσμος ...Αιωρείται στο λευκό ο νέος
Viridiana... το εκπαιδευτικό που εκπαίδευσε τόσους και τόσους στην Κρήτη...
Δημητρης Μετσοβιτης Δεν υπάρχει τίποτα βλάσφημο,
αιρετικό και προκλητικό στο αριστούργημα
του Λουίς Μπουνιουέλ.
Υπάρχει μόνο μια ταινία τόσο μοντέρνα,
τόσο διαχρονική και τόσο δυνατή που μπροστά της
ωχριά ακόμη και ο τεράστιος μύθος που την ακολουθεί.
Ο φετιχισμός του Φερνάντο Ρέι,
ο σταυρός που κρύβει μέσα του ένα μαχαίρι,
τα δεμένα σκυλιά που πρέπει να τρέχουν
πίσω από ένα κάρο για να μην πνιγούν,
η αναπαράσταση του «Μυστικού Δείπνου»
του Λεονάρντο Ντα Βίντσι
με τους επαίτες στο ρόλο των μαθητών του Χριστού...
Η «Βιριδιάνα» είναι γεμάτη από μικρές και
μεγάλες προκλήσεις,
ενοχλητικές εικόνες,
έναν πεσιμισμό στα όρια του μηδενισμού,
μια τελετουργική καθαίρεση του «καλού» και
την ασφυκτική αποθέωση της ματαιότητας.
Μια κωμωδία που στις πιο τραγελαφικές της στιγμές
είναι ένα δράμα.
Και ένα δράμα που στις πιο
σκοτεινές του στιγμές είναι αστείο.
Ενα σχεδόν rock 'n' roll κινηματογραφικό μανιφέστο
για τη λανθάνουσα ενοχή,
τον απαγορευμένο έρωτα και
την ακόρεστη επιθυμία.
Ναι, η «Βιριδιάνα» χαρακτηρίστηκε
εκ των πραγμάτων
ως ένα «αιρετικό» έργο.
Η επίθεση της σε οτιδήποτε μπορεί σήμαινε
στην εποχή της ή και σήμερα η έννοια της
«χριστιανικής ηθικής» είναι κατεδαφιστική.
Και το κατηγορώ που εξαπολύει στην αναλγησία
της κοινωνίας των ανθρώπων είναι εκκωφαντικό.
Κάθε της πλάνο,
κάθε αντικείμενο
– σύμβολο που από το τίποτα αναλαμβάνει
πρωταγωνιστικό ρόλο,
κάθε βλέμμα των ηρώων της,
κάθε σκηνή και κάθε επόμενη σκηνή
(σε μια αλληλουχία όμοια με μια κάθοδο στην κόλαση),
όλα βρίσκονται εκεί για να ισοπεδώσουν
τον κόσμο όπως τον ξέραμε ή
όπως νομίζαμε ότι τον γνωρίζουμε.
ιφιγένεια γεωργιάδου η ομορφιά της ελευθερίας αναμετριέται με την δοκιμασία της εξουσίας....
Δημητρης Μετσοβιτης ιφιγένεια γεωργιάδου..... ειναι μια ταινία βλάσφημη, όχι επειδή χλευάζει τα Θεία, αλλά γιατί τολμά να φέρει την «αγιοσύνη» στα μέτρα του ανθρώπου δίνοντας τις σωστές διαστάσεις στην καθημερινή διαδρομή προς το «καθ' ομοίωσιν».
είναι απλά μια ταινία αιρετική, όχι επειδή αντιτίθεται στην κρατούσα (ηθική) τάξη των πραγμάτων, αλλά γιατί αρνείται να πατήσει πάνω σε όσα επέβαλλαν αιώνες θρησκευτικής εξουσίας, δηλώνοντας πως το καλό και το κακό δεν είναι παρά δύο πλευρές της ανθρώπινης αδυναμίας.
Δεν είναι μόνον μια ταινία προκλητική, όχι επειδή θέλει να προκαλέσει, αλλά επειδή θα μπορούσε αυτούσια να είχε γυριστεί και σήμερα. Χωρίς κανείς να συνειδητοποιήσει πως πενήντα χρόνια μετά τη δημιουργία της αφορά την παρακμή της εποχής μας, περισσότερο ίσως και από τότε που γεννήθηκε στο μυαλό του Λουίς Μπουνιουέλ.
ιφιγένεια γεωργιάδου ο καθολικισμός εδραιωμένος σε φεουδαρχικές απολυταρχίες παραποιεί ακρωτηριάζει και δαιμονοποιεί στο όνομα της τρυφερότητας που δίνει στην ανθρώπινη ζωή η αυτοθυσιαστική αγάπη....
Δημητρης Μετσοβιτης ιφιγένεια γεωργιάδου,
οι χαρακτηρισμοί όπως βλάσφημος,
αιρετικός, προκλητικός
μοιάζουν πλέον με καραμέλα στο στόμα
όταν αναφέρεται κάποιος στον Λουίς Μπουνιουέλ.
Κλισέ ορισμοί στο λήμμα του ονόματος του
σε όλα ανεξαιρέτως τα λεξικά
της κινηματογραφικής ιστορίας.
Λέξεις που στην εποχή τους ανέβασαν
τις μετοχές του Ισπανού δημιουργού
στην διεθνή κινηματογραφική ελίτ,
αλλά ταυτόχρονα λίγο έλειψε
να υποβιβάσουν το έργο του
στις διαστάσεις ενός φτηνού αισθησιασμού.
Και αν υπάρχει μια ταινία που συνοψίζει
το μύθο που χτίστηκε γύρω από τον Μπουνιουέλ
(και θα τον ακολουθεί για πάντα),
αυτή είναι σίγουρα η «Βιριδιάνα»
ιφιγένεια γεωργιάδου ο εξουθενωτικά άγριος αισθησιασμός εκφρασμένος μέσα από την πρόκληση των ασυμβίβαστων αντιθέσεων ...προώθησε την ανάπτυξη των καταστροφικών δυναμικών της κυρίαρχα οικονομικά και κοινωνικά παραπαίουσας άρχουσας τάξης....
Δημητρης Μετσοβιτης ιφιγένεια γεωργιάδου, η ταινία είναι γυρισμένη το 1961,
με τις ευλογίες του Φράνκο,
η ιστορία μιας «αγίας»
της διπλανής πόρτας ήταν
η πρώτη ταινία που θα γύριζε
ο Μπουνιουέλ στην πατρίδα του,
την Ισπανία,
μετά από χρόνια εξορίας
στην Αμερική και το Μεξικό.
Και ήταν αρκετή για να φτάσει
(φυγαδευμένη)
μέχρι τις Κάννες και να κερδίσει το Χρυσό Φοίνικα,
να απαγορευτεί στην Ισπανία μέχρι και το 1977,
να αφοριστεί από το Βατικανό.
Όλα δηλαδή όσα χρειάστηκε το μπουνιουελικό έργο
για να βρει την ταυτότητα του και
ακριβώς ό,τι χρειαζόταν ο Μπουνιουέλ
για να βρεθεί πρώτος στη λίστα των μεγάλων
«αιρετικών» του σινεμά.
ιφιγένεια γεωργιάδου με ένα προφητικό χάρισμα προβλέπει την αυτοκατάρρευση ενός στρεβλά αναπτυγμένου και ασφυκτικά οριοθετημένου πολιτικού συστήματος που επέμενε να κρατά την Ισπανία στερημένη από ένα Δημοκρατικό πολίτευμα...
Δημητρης Μετσοβιτης Φως, φως
ποιος αντέχει τόση ανατολή
φως, φως έρωτά μου αλήθεια κι απειλή
ποια οργή ποια μυστική χαρά
κάψαν του θανάτου τα φτερά,
κι ελπίζω
ιφιγένεια γεωργιάδου σε συνεργασία με την Ελλάδα....μαύρα φτερά...διαλύεται ο παλιός κόσμος....αιωρείται στο λευκό ο νέος....https://www.youtube.com/watch?v=jrYCtO82egI
Eurovision 2016 Rosia
Description
YOUTUBE.COM
Δημητρης Μετσοβιτης εκκωφαντικη η σιωπή μου, αλλά ειναι ένα ακόμα ελληνικό αριστούργημα 11 Μαΐου στις 4:37 μ.μ.
Πηγή σχολίων Δ.Μ. ΕΔΩ ή στο παρακάτω ολοκληρωμένο κείμενο/αφιέρωμα.
ΒΙΡΙΔΙΑΝΑ [VIRIDIANA] του Λουίς Μπουνιουέλ
με τους Σίλβια Πινάλ, Φρανσίσκο Ραμπάλ, Φερνάντο Ρέι, Χοσέ Κάλβο, Μαργκαρίτα Λοζάνο
Υπόθεση:
Η νεαρή Βιριδιάνα έχει διαλέξει μία ζωή σύμφωνη με το γράμμα του Θεού της. Η διαδρομή της μέσα στη ζωή δεν νοείται να αποκλίνει από τις θεϊκές οδηγίες. Βέβαια, ο κόσμος μέσα στον οποίο κινείται δεν μοιράζεται τις ίδιες αγνές προθέσεις. Λίγο πριν αφοσιωθεί επίσημα στον Θεό, επισκέπτεται τον μοναδικό συγγενή της, ένα χήρο θείο. Ο καταθλιπτικός μεσήλικας με τις κρυφές, φετιχιστικές συνήθειες θα επιχειρήσει να την κάνει δική του για πάντα. Πνιγμένος από τις ενοχές και την αυτό-λύπηση, ο άνδρας θα αφήσει όλη του την περιουσία στην μακρινή ανιψιά. Η Βιριδιάνα θα βρει τώρα έναν καλύτερο τρόπο να υπηρετήσει τον Κύριό της: θα μαζέψει όλους τους ζητιάνους της πόλης μέσα στην πολυτελή έπαυλη. Ταυτόχρονα, ο γοητευτικός μοναχογιός του θανόντος, θα εγκατασταθεί στην οικογενειακή κατοικία. Η σαρκοφάγα απληστία των ευνοούμενων και ο ακόμα πιο επικίνδυνος πόθος του νέου, θα εκθέσουν τις υψηλές ιδέες της γυναίκας στην φτηνή πραγματικότητα. Μέχρι το τέλος, η Βιριδιάνα θα εξακολουθήσει να αποποιείται την ευτυχία, την επιλογή και την ελευθερία και θα περιφέρεται με το ακάνθινο στεφάνι πάνω στην ξανθή της κόμη. Φυσικά, κανένας Θεός δεν θα προθυμοποιηθεί να την σώσει από τον αληθινό κόσμο.
Viridiana
5 / 5 Βιριδιάνα
Σινεφίλ 1961 | Ασπρόμ. | Διάρκεια: 90′
Ισπανική ταινία, σκηνοθεσία Λουίς Μπουνιουέλ με τους: Σιλβάνα Κορσίνι, Σίλβια Πινάλ, Φερνάντο Ρέι, Φράνσισκο Ραμπάλ, Κριστιάν Βαντίμ, Μαργκαρίτα ΛοΘάνος
Η δόκιμη μοναχή Βιριδιάνα επισκέπτεται τον θείο της, ο οποίος αποπειράται να τη βιάσει και αυτοκτονεί. Εκείνη, γεμάτη τύψεις, εγκαταλείπει το μοναστήρι και αφιερώνεται σε αγαθοεργίες.
Συνοπτική κριτική (Αθηνόραμα)
Οι καλές προθέσεις, και δη οι χριστιανικές, δεν εγγυώνται ποτέ και το καλό αποτέλεσμα, όπως αποδεικνύει με αυτήν την έξοχα «βέβηλη» ταινία του ο μέγας σουρεαλιστής, ξεσηκώνοντας μετά τη βράβευσή του με Χρυσό Φοίνικα στις Κάνες την οργή του Βατικανού και του φρανκικού καθεστώτος – το φιλμ προβλήθηκε στην Ισπανία μόλις το 1977! Η βαθιά ειρωνεία που διατρέχει κάθε πλάνο και οι πικρές υπαρξιακές διαπιστώσεις της σκληρής αυτής σάτιρας παραμένουν αξεπέραστες, όπως και η σκηνή-σοκ του «Μυστικού Δείπνου».
Βιριδιάνα
Viridiana
Λουίς Μπουνιουέλ
ΚΡΙΤΙΚΗ 22 ΑΥΓ 2011
10 στα 10
Δεν υπάρχει τίποτα βλάσφημο, αιρετικό και προκλητικό στο αριστούργημα του Λουίς Μπουνιουέλ. Υπάρχει μόνο μια ταινία τόσο μοντέρνα, τόσο διαχρονική και τόσο δυνατή που μπροστά της ωχριά ακόμη και ο τεράστιος μύθος που την ακολουθεί.
Ο Φερνάντο Ρέι κάνει το Βατικανό να βγει από τα ρούχα του!
Η νεαρή Βιριδιάνα έχει διαλέξει μία ζωή σύμφωνη με το γράμμα του Θεού της. Η διαδρομή της μέσα στη ζωή δεν νοείται να αποκλίνει από τις θεϊκές οδηγίες. Βέβαια, ο κόσμος μέσα στον οποίο κινείται δεν μοιράζεται τις ίδιες αγνές προθέσεις. Λίγο πριν αφοσιωθεί επίσημα στον Θεό, επισκέπτεται τον μοναδικό συγγενή της, ένα χήρο θείο. Ο καταθλιπτικός μεσήλικας με τις κρυφές, φετιχιστικές συνήθειες θα επιχειρήσει να την κάνει δική του για πάντα. Πνιγμένος από τις ενοχές και την αυτό-λύπηση, ο άνδρας θα αφήσει όλη του την περιουσία στην μακρινή ανιψιά. Η Βιριδιάνα θα βρει τώρα έναν καλύτερο τρόπο να υπηρετήσει τον Κύριό της: θα μαζέψει όλους τους ζητιάνους της πόλης μέσα στην πολυτελή έπαυλη. Ταυτόχρονα, ο γοητευτικός μοναχογιός του θανόντος, θα εγκατασταθεί στην οικογενειακή κατοικία. Η σαρκοφάγα απληστία των ευνοούμενων και ο ακόμα πιο επικίνδυνος πόθος του νέου, θα εκθέσουν τις υψηλές ιδέες της γυναίκας στην φτηνή πραγματικότητα. Μέχρι το τέλος, η Βιριδιάνα θα εξακολουθήσει να αποποιείται την ευτυχία, την επιλογή και την ελευθερία και θα περιφέρεται με το ακάνθινο στεφάνι πάνω στην ξανθή της κόμη. Φυσικά, κανένας Θεός δεν θα προθυμοποιηθεί να την σώσει από τον αληθινό κόσμο.
Χαρακτηρισμοί όπως βλάσφημος, αιρετικός, προκλητικός μοιάζουν πλέον με καραμέλα στο στόμα όταν αναφέρεται κάποιος στον Λουίς Μπουνιουέλ. Κλισέ ορισμοί στο λήμμα του ονόματος του σε όλα ανεξαιρέτως τα λεξικά της κινηματογραφικής ιστορίας. Λέξεις που στην εποχή τους ανέβασαν τις μετοχές του Ισπανού δημιουργού στην διεθνή κινηματογραφική ελίτ, αλλά ταυτόχρονα λίγο έλειψε να υποβιβάσουν το έργο του στις διαστάσεις ενός φτηνού αισθησιασμού.
Και αν υπάρχει μια ταινία που συνοψίζει το μύθο που χτίστηκε γύρω από τον Μπουνιουέλ (και θα τον ακολουθεί για πάντα), αυτή είναι σίγουρα η «Βιριδιάνα».
Γυρισμένη το 1961, με τις ευλογίες του Φράνκο, η ιστορία μιας «αγίας» της διπλανής πόρτας ήταν η πρώτη ταινία που θα γύριζε ο Μπουνιουέλ στην πατρίδα του, την Ισπανία, μετά από χρόνια εξορίας στην Αμερική και το Μεξικό. Και ήταν αρκετή για να φτάσει (φυγαδευμένη) μέχρι τις Κάννες και να κερδίσει το Χρυσό Φοίνικα, να απαγορευτεί στην Ισπανία μέχρι και το 1977, να αφοριστεί από το Βατικανό. Ολα δηλαδή όσα χρειάστηκε το μπουνιουελικό έργο για να βρει την ταυτότητα του και ακριβώς ό,τι χρειαζόταν ο Μπουνιουέλ για να βρεθεί πρώτος στη λίστα των μεγάλων «αιρετικών» του σινεμά.
Ναι, η «Βιριδιάνα» χαρακτηρίστηκε εκ των πραγμάτων ως ένα «αιρετικό» έργο. Η επίθεση της σε οτιδήποτε μπορεί σήμαινε στην εποχή της ή και σήμερα η έννοια της «χριστιανικής ηθικής» είναι κατεδαφιστική. Και το κατηγορώ που εξαπολύει στην αναλγησία της κοινωνίας των ανθρώπων είναι εκκωφαντικό. Κάθε της πλάνο, κάθε αντικείμενο – σύμβολο που από το τίποτα αναλαμβάνει πρωταγωνιστικό ρόλο, κάθε βλέμμα των ηρώων της, κάθε σκηνή και κάθε επόμενη σκηνή (σε μια αλληλουχία όμοια με μια κάθοδο στην κόλαση), όλα βρίσκονται εκεί για να ισοπεδώσουν τον κόσμο όπως τον ξέραμε ή όπως νομίζαμε ότι τον γνωρίζουμε.
Μακριά από την εποχή της δημιουργίας της, μπορείς πλέον να αντιληφθείς γιατί κανείς δεν πίστεψε ποτέ τον Μπουνιουέλ όταν δήλωνε πως η «Βιριδιάνα» είναι μια απλή και συνηθισμένη καθημερινή ιστορία. Η είσοδος στην δεκαετία του ’60 ζητούσε απεγνωσμένα την αμιφσβήτηση, ψοφούσε για κάθε είδους αντίθεση στις προκαθορισμένες νόρμες, αν δεν έβρισκε την «πρόκληση» τολμούσε μέχρι και να την εφεύρει. Και ο Μπουνιουέλ υπήρξε κάτι περισσότερο από γενναιόδωρος.
Ο φετιχισμός του Φερνάντο Ρέι, ο σταυρός που κρύβει μέσα του ένα μαχαίρι, τα δεμένα σκυλιά που πρέπει να τρέχουν πίσω από ένα κάρο για να μην πνιγούν, η αναπαράσταση του «Μυστικού Δείπνου» του Λεονάρντο Ντα Βίντσι με τους επαίτες στο ρόλο των μαθητών του Χριστού… Η «Βιριδιάνα» είναι γεμάτη από μικρές και μεγάλες προκλήσεις, ενοχλητικές εικόνες, έναν πεσιμισμό στα όρια του μηδενισμού, μια τελετουργική καθαίρεση του «καλού» και την ασφυκτική αποθέωση της ματαιότητας. Μια κωμωδία που στις πιο τραγελαφικές της στιγμές είναι ένα δράμα. Και ένα δράμα που στις πιο σκοτεινές του στιγμές είναι αστείο. Ενα σχεδόν rock ‘n’ roll κινηματογραφικό μανιφέστο για τη λανθάνουσα ενοχή, τον απαγορευμένο έρωτα και την ακόρεστη επιθυμία.
Μια ταινία βλάσφημη, όχι επειδή χλευάζει τα Θεία, αλλά γιατί τολμά να φέρει την «αγιοσύνη» στα μέτρα του ανθρώπου δίνοντας τις σωστές διαστάσεις στην καθημερινή διαδρομή προς το «καθ’ ομοίωσιν».
Μια ταινία αιρετική, όχι επειδή αντιτίθεται στην κρατούσα (ηθική) τάξη των πραγμάτων, αλλά γιατί αρνείται να πατήσει πάνω σε όσα επέβαλλαν αιώνες θρησκευτικής εξουσίας, δηλώνοντας πως το καλό και το κακό δεν είναι παρά δύο πλευρές της ανθρώπινης αδυναμίας.
Μια ταινία προκλητική, όχι επειδή θέλει να προκαλέσει, αλλά επειδή θα μπορούσε αυτούσια να είχε γυριστεί και σήμερα. Χωρίς κανείς να συνειδητοποιήσει πως πενήντα χρόνια μετά τη δημιουργία της αφορά την παρακμή της εποχής μας, περισσότερο ίσως και από τότε που γεννήθηκε στο μυαλό του Λουίς Μπουνιουέλ.
Γράφει ο
Μανώλης Κρανάκης
Ισπανία / Μεξικό, 1961, Ασπρόμαυρο
Παραγωγή: Γκουστάβο Αλατρίστε
Σκηνοθεσία: Λουίς Μπουνιουέλ
Σενάριο: Λουίς Μπουνιουέλ, Χούλιο Αλεχάντρο ντε Κάστρο
Φωτογραφία: Χοζέ Φ. Αγκουάγιο
Μοντάζ: Πέδρο ντε Ρέι
Μουσική: Γκουστάβο Πιταλούγκα
Πρωταγωνιστούν: Σίλβια Πινάλ, Φρανσίσκο Ραμπάλ, Φερνάντο Ρέι, Χοσέ Κάλβο, Μαργαρίτα Λοζάνο
Διάρκεια: 90 λεπτά
Διανομή: Blu Velvet Films
http://flix.gr/
Βιριδιάνα ,
(Viridiana)
Πενήντα χρόνια γιορτάζει φέτος η πολυσυζητημένη ταινία του Μπουνιουέλ και δεν έχει χάσει τίποτα από τον προκλητικό και έξοχα σκωπτικό της χαρακτήρα. Μας το επιβεβαιώνει αυτή την εβδομάδα η ευπρόσδεκτη επανέκδοσή της.
ΜΕ ΑΡΙΣΤΑ ΤΟ ΔΕΚΑ: 9
Δεκατρία χρόνια αφότου εγκατέλειψε την ισπανική γενέτειρά του και άρχισε να σκηνοθετεί για λογαριασμό του μεξικανικού σινεμά, ο Λουίς Μπουνιουέλ δέχτηκε την εγκάρδια πρόσκληση του δικτάτορα Φράνκο και επέστρεψε στη χώρα του, προκειμένου να γυρίσει ανενόχλητος πλέον εκεί τις δημιουργίες που ο ίδιος επιθυμούσε. Σε αντάλλαγμα για την πρόσκληση που έλαβε, ο Μπουνιουέλ γύρισε τη «Βιριδιάνα», ένα δηλητηριώδες γράμμα ενάντια στον αστικό καθωσπρεπισμό, την υποκρισία που κρύβουν πίσω τους οι θεμελιώδεις κοινωνικοί θεσμοί και, κυρίως, την Καθολική Εκκλησία. Η ταινία απαγορεύτηκε αμέσως από την εγχώρια λογοκρισία, καταδικάστηκε ευθύς από το Βατικανό ως «βλάσφημη», κατέληξε να κερδίσει τον Χρυσό Φοίνικα του τότε Φεστιβάλ Καννών και χάρισε στο σινεμά μια από τις πιο διαβόητες σκηνές του: μια χλευαστική αναπαράσταση του «Μυστικού Δείπνου» που ζωγράφισε ο Λεονάρντο Ντα Βίντσι, ερμηνευμένη από εξαθλιωμένους και χυδαίους άστεγους.
Δεν χρειάστηκε την πολυσυζητημένη αυτή σκηνή, ωστόσο, ο Μπουνιουέλ για να προκαλέσει. Από το πρώτο κιόλας ημίωρο του φιλμ, το κοινό των αρχών τού ’60 πρέπει να έμεινε άφωνο παρακολουθώντας μια ενάρετη δόκιμη μοναχή νεαρής ηλικίας να δέχεται τις ερωτικές προτάσεις ενός ηλικιωμένου θείου της, να συμμετέχει απρόθυμα σε ένα φετιχιστικό και άκρως νεκροφιλικό τελετουργικό, να πέφτει παρ’ ολίγο θύμα βιασμού, να φορτώνεται άθελά της τα ενοχικά βάρη μιας αυτοκτονίας και να συνειδητοποιεί σταδιακά, με τον πιο τραυματικό τρόπο, ότι οι χριστιανικές διδαχές με τις οποίες γαλουχήθηκε από μικρή είναι αδύνατο να εφαρμοστούν σε έναν αδυσώπητο κόσμο που δεν φαίνεται να επιφυλάσσει κανέναν χώρο στην καλοσύνη και τη φιλανθρωπία.
Δίνοντας στην ταινία του τον χαρακτήρα μιας ειρωνικότατης παραβολής, ο Μπουνιουέλ χλευάζει μέσω αυτής όχι την ουσία της χριστιανικής ηθικής και διδασκαλίας αλλά την αδυναμία οποιασδήποτε μοντέρνας πίστης να κατανοήσει πραγματικά τις ανάγκες των ανθρώπων που υποτίθεται ότι θέλει να βοηθήσει. Μέχρι το τέλος του φιλμ, όταν η καλοπροαίρετη Βιριδιάνα βιώνει από πρώτο χέρι τη χυδαιότητα και ακαρδοσύνη των φτωχούληδων που έχει συγκεντρώσει γεμάτη φροντίδα κάτω από τη στέγη της, ακούει τους κατανυκτικούς θρησκευτικούς ύμνους του Χέντελ να αντικαθίστανται στο πικάπ από ένα σαχλό ποπ τραγουδάκι που συμβουλεύει να «διώξεις μακριά τις σκοτούρες σου» και αναγκάζεται να εγκαταλείψει οριστικά τον ασκητισμό και την πειθαρχία που είχε επιβάλλει στον εαυτό της, ένας φαύλος κύκλος ανθρώπινης ματαιότητας και ευτέλειας έχει διανύσει ήδη την πορεία του.
Λουκάς Κατσίκας
http://tospirto.net/
Ελευθεροτυπία, Πέμπτη 25 Αυγούστου 2011
Βιριδιάνα
ΚΡΙΤΙΚΗ: ΝΙΝΟΣ ΦΕΝΕΚ ΜΙΚΕΛΙΔΗΣ
Viridiana. Ισπανία, 1961. Σκηνοθεσία: Λουίς Μπουνιουέλ. Σενάριο: Χούλιο Αλεχάντρο, Λουίς Μπουνιουέλ. Ηθοποιοί: Σίλβια Πινάλ, Φρανσίσκο Ραμπάλ, Φερνάντο Ρέι. 90′
Από τα μεγάλα κινηματογραφικά αριστουργήματα, καυστικό σχόλιο πάνω στη θρησκεία και στα θλιβερά αποτελέσματά της, μέσα από την ιστορία μιας νεαρής, πλούσιας κληρονόμου, που αποφασίζει να χρησιμοποιήσει την περιουσία της σε αγαθοεργίες.
Ηρωίδα της ταινίας του Μπουνιουέλ είναι μια δόκιμη μοναχή που, με την περιουσία του νεκρού θείου της, αποφασίζει να συντηρήσει μια ομάδα φτωχών και ανάπηρων ζητιάνων, αποσκοπώντας, με την αγαθοεργία της, να βρει τον δρόμο της σωτηρίας. Οι ζητιάνοι όμως εκμεταλλεύονται την καλοσύνη της και, όταν τους δίνεται η ευκαιρία, μετατρέπουν ένα φαγοπότι σε οργιαστικό γλέντι, ενώ, όταν εμφανίζεται η ίδια η Βιριδιάνα, τη βιάζουν. Και τότε μόνο είναι που η αθώα Βιριδιάνα ανακαλύπτει τον πραγματικό εαυτό της και αρχίζει να αισθάνεται φυσιολογική γυναίκα, με όλες τις αδυναμίες και τα προτερήματά της.
Μέσα από την ιστορία αυτή, ο Μπουνιουέλ μάς παρουσιάζει ένα ταμπλό τής τότε (υπό το Φρανκικό καθεστώς) ισπανικής κοινωνίας, που θυμίζει τους εφιαλτικούς πίνακες ενός Γκόγια. Η φτώχεια, η μιζέρια, η αμάθεια, ο έρωτας και οι απωθημένες επιθυμίες των αστών καταγράφονται από τον σκηνοθέτη της «Χρυσής εποχής» με μια δύναμη που συγκλονίζει. Η σκηνή του οργίου των ζητιάνων – με μουσική υπόκρουση το «Αλληλούια» του Χέντελ – είναι από τις πιο συνταρακτικές σκηνές που μας έδωσε ο παγκόσμιος κινηματογράφος. Οπως και πρωτύτερα στον «Ναζωραίο», ο Μπουνιουέλ μάς λέει πως η αγαθοεργία δεν χρησιμεύει στον άνθρωπο. Η θρησκεία είναι η αιτία που δημιουργούνται στον άνθρωπο οι αναχρονιστικές του αντιλήψεις, η απέχθειά του για τον πραγματικό, τον μεγάλο έρωτα (ο Μπουνιουέλ, όπως και οι άλλοι σουρεαλιστές, πίστευε στον amour fou, δηλαδή στον «τρελό έρωτα»), η αντίληψη της αμαρτίας και η υποταγή. Μια ταινία που κάθε φορά που τη βλέπεις έχει και κάτι καινούργιο να σου προσφέρει.
http://www.enet.gr/?
Τρίτη 18 Mαΐου 2010
Ο Luis Bunuel υπήρξε ένα από τα μεγαλύτερα κεφάλαια του παγκόσμιου κινηματογράφου. Το σινεμά του χαρακτηρίστηκε ως αναρχικό, και διακατέχεται από ένα πνεύμα αμφισβήτησης προς τους θεσμούς και τα λοιπά κοινωνικά επινοήματα της εποχής του. Το όνομα του είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με το σουρεαλισμό. Αν επιθυμούμε να δούμε το σουρεαλισμό ως κίνημα, υπήρξε ιδρυτικό στέλεχός του. Αν και κατά τη γνώμη του γράφοντος, ο σουρεαλισμός αποτελεί κάτι ευρύτερο από ένα κίνημα ή ένα ρεύμα. Ο σουρεαλισμός για τον Luis Bunuel δεν είναι μια αισθητική επιλογή, αλλά μια αναγκαιότητα που υπαγορεύεται από τη φύση του έργου του. Δηλαδή, την ανάγκη να περιγράψει την πραγματικότητα με την ακρίβεια του εξωπραγματικού: απαλλαγμένη από το κοινότυπο.
Θα μπορούσαμε να πούμε ότι ο Luis Bunuel υπήρξε γόνος της φιλοσοφίας του Νίτσε, η οποία στέκεται ενάντια στους κοινωνικούς θεσμούς που στρεβλώνουν την ανθρώπινη νόηση, μεταξύ άλλων και της χριστιανικής ηθικής. Η Viridiana είναι η κατ`εξοχήν ταινία εναντίωσης στη χριστιανική ηθική της περιόδου του Καθολικισμού. Δεν είναι ένα εμπαθή δοκίμιο αθεΐας, αλλά η καταγραφή της παραδοξότητας με την οποία χειρίζεται η θρησκεία, σε εγκόσμιο επίπεδο, τις έννοιες αιτίου-αποτελέσματος, επιφέροντας και την ανάλογη πνευματική στρέβλωση στο ποίμνιο. Σε ένα απλουστευτικό παράδειγμα, η εκκλησία υποστηρίζει ότι ο άνθρωπος εκφυλίζεται από τις αμαρτίες του. Στην αντίπερα όχθη, ο Bunuel και ο Νίτσε (μπορείτε να δείτε χαρακτηριστικά το Λυκόφως Των Ειδώλων) υποστηρίζουν πως ο άνθρωπος δύναται να διαπράξει «αμαρτίες» όταν έχει εκφυλιστεί. Βέβαια τόσο ο Bunuel, όσο και ο Νίτσε, αποφεύγουν να χρησιμοποιούν έντονα χρωματισμένες λέξεις όπως αυτή της αμαρτίας. Και αυτό διότι τίθενται ενάντια στις συγκεκριμένες πεποιθήσεις και αντιλήψεις βάσει των οποίων κρίνουμε αυθαίρετα τα φαινόμενα, καθώς θεωρούν τον άνθρωπο αναπόσπαστο και αναγκαίο τμήμα του σύμπαντος, και φρονούν πως καμία δύναμη δε μπορεί να κρίνει, να φυλλομετρήσει και να δικάσει αυτό το σύμπαν.
Πρωτού όμως επιστρέψουμε στο εννοιολογικό υπόβαθρο της ταινίας, ας πούμε δυο λόγια για την υπόθεση. Το αγγελικό όνομα του τίτλου αντιστοιχεί σε κάποια μοναχή (Silvia Pinal). Όταν θα επισκεφτεί το θείο της, ένα αναπάντεχο συμβάν της απαγορεύει συνειδησιακά, να επιστρέψει στον οίκο του θεού. Ωστόσο, ακολουθεί την έτερη οδό των αγαθοεργιών για να δοξάσει τον Κύριο και να εκφράσει την πίστη της. Προς έκπληξή της όμως, οι άποροι που στεγάζει, φέρονται καταχρηστικά στη γενναιοδωρία της, κλονίζοντας έτσι την πίστη της.
Ο Bunuel στη φιλμογραφία του έχει υπονομεύσει τη μπουρζουαζία, την πορνεία, τον μοναχισμό, τους άπορους, το προλεταριάτο, την αριστοκρατία καθώς και άλλες πτυχές του εγκόσμιου βίου. Ωστόσο, δε στρέφεται ποτέ κατά των ηρώων του. Αρνείται να τους κρίνει ατομικά. Δεν ευθύνονται αυτοί για τα κοινωνικά επινοήματα που στρεβλώνουν την ανθρωπότητα. Είναι απλά τα αποτελέσματα της στρέβλωσης που επιφέρουν τα κοινωνικά επινοήματα πάνω τους. Όπως προείπαμε, ο Bunuel αποφεύγει να χρωματίσει τα αποτελέσματα, τους χαρακτήρες του δηλαδή. Τους παραθέτει, ως αποτελέσματα, με σκοπό να ακολουθήσουμε στοχαστικά τα βαθύτερα αίτια που τους μορφώνουν και που τους καθοδηγούν.
Το ίδιο συμβαίνει και στην εν λόγω ταινία, η οποία είναι μάλλον μία από τις χαρακτηριστικές ταινίες του μεγάλου δημιουργού. Κατά τη χριστιανική ηθική η πρωταγωνίστρια Viridiana είναι ενάρετη, διότι προβαίνει σε αγαθοεργίες. Κατά τον Bunuel δεν ισχύει αυτό. Αρνείται να κρίνει φτηνά την ηρωίδα, και τον κάθε ήρωα. Κατά τον Bunuel η Viridiana προβαίνει σε αγαθοεργίες επειδή είναι θρήσκα. Οι πράξεις της δηλαδή είναι το αποτέλεσμα της επίδρασης του αιτίου της πίστης. Αντίστοιχα, κατά τη χριστιανική ηθική οι άποροι θα χαρακτηρίζονταν ως άξεστοι και αχάριστοι, αφού καταχρώνται την ευσπλαχνία των άλλων. Κατά τον Bunuel όμως, οι άνευ τρόπων πράξεις των άπορων είναι πέρα για πέρα φυσικές, και υπαγορεύονται από την μακροήμερη συγκατοίκησή τους με τη βιωμένη καταπίεση και την εξαθλιωμένη ζωή των δρόμων. Ομοίως και με τον θείο. Για τη χριστιανική ηθική ο θείος είναι ένας άξεστος αιμομίκτης. Για τον Bunuel οι πράξεις του θείου είναι απλά το αποτέλεσμα που προκαλεί πάνω του η επίδραση του χρόνιου μοναχικού βίου. Και ούτω καθεξής. Ιδού λοιπόν το παράδοξο στη νοητική χρήση της αντεστραμμένης σχέσης αιτίου-αιτιατού που παρουσιάζει στοχαστικά ο Bunuel.
Ασφαλώς και η ταινία του Bunuel ασκεί δριμεία κριτική στην κληρική πραγματικότητα. Άλλωστε μέσα στην ταινία θα παρατηρήσουμε πολυάριθμους βανδαλισμούς εις βάρος χριστιανικών συμβόλων-σημαιών, όπως είναι το ακάνθινο στεφάνι ή ο σταυρός. Ώσπου φτάνουμε στο αποκορύφωμα της χλεύης, με το κάτι σαν «Μυστικός Δείπνος», υπό την ηχητική υπόκρουση του «Αλληλούια», η οποία κλόνισε μάλιστα τους θρησκευτικούς κύκλους, όπου και αν προβλήθηκε η ταινία. Είναι σαφής η πρόθεση του Bunuel να κατακρημνίσει το χριστιανικό οικοδόμημα από το συνειδητό των θεατών, επικαλούμενος τα όσα προαναφέρθηκαν.
Υπό αυτό το πρίσμα, στο εκπληκτικό φινάλε, η πρωταγωνίστρια Viridiana ματαιώνεται, και μαζί της ματαιώνεται η «ιδέα» της πίστης. Ωστόσο, αντί η Viridiana να απελευθερωθεί απτο κοινωνικό επινόημα της θρησκείας, στρέφεται προς ένα άλλο επινόημα. Αυτό της μπουρζουαζίας και της αριστοκρατίας, καθώς η χαρτοπαιξία αποτελεί δυνητικό αρωγό της κοινωνικοποίησής της. Και ο δαιμόνιος Bunuel, έναν χρόνο αργότερα, με τον εξίσου εκπληκτικό "Εξολοθρευτή Άγγελο" και με την ίδια πρωταγωνίστρια (Silvia Pinal), θα ασκήσει ακόμα μια αιχμηρή κριτική, αυτή τη φορά προς την αριστοκρατία. Εκκινώντας δηλαδή, απ το σημείο που κλείνει η Viridiana.
Βαθμολογία: 10/10 Stars10/10 Stars10/10 Stars10/10 Stars10/10 Stars10/10 Stars10/10 Stars10/10 Stars10/10 Stars10/10 Stars (10/10)
Cineυρωπαϊκόν (Γιώργος Ευθυμίου)
http://cine.gr/
VIRIDIANA (1961), του Luis Bunuel
«Σε έναν κόσμο τόσο άσχημο όσο ο δικός μας, ο μόνος δρόμος είναι η επανάσταση», δήλωνε κάποτε ο Luis Bunuel. Κι αν στις μέρες μας το όνομά του συνδέεται αυτόματα με το κίνημα του σουρεαλισμού, μια επαναπροβολή των ταινιών του μας πείθει πως για τον Ισπανό σκηνοθέτη τα διάφορα ρεύματα δεν ήταν αυστηρά προσδιοριστικές ετικέτες, αλλά τα όπλα που κάθε φορά θα διάλεγε για να οργανώσει το επόμενό του τρομοκρατικό χτύπημα. Ως αυθεντικός αναρχικός, με κάθε του φίλμ επιθυμούσε να τσακίσει την αυτοπεποίθηση και την αλαζονεία της άρχουσας τάξης. Η αστική απάθεια και η θρησκευτική υποκρισία δέχονταν τα δηλητηριώδη βέλη της ειρωνείας του, άλλοτε έκδηλα κι άλλοτε με έναν τρόπο υπόγειο μα παραδόξως πιο ευθή στις συνειδήσεις και το θυμικό των θεατών. Εξέχων εκπρόσωπος της δεύτερης κατηγορίας είναι, φυσικά, η Βιριδιάνα.
Έχοντας ήδη προκαλέσει σάλο με τον Ανδαλουσιανό Σκύλο και τη Χρυσή Εποχή, ο Bunuel δεν είχε άλλη επιλογή από το να εγκαταλείψει την πατρίδα του άμα την άνοδο του φασιστικού καθεστώτος. Περνώντας από τη Γαλλία, έφτασε στο Μεξικό όπου και διέμεινε σχεδόν τριάντα χρόνια. Με το Los Olvidados (1950) ξεκινά μια υπερπαραγωγική δεκαετία χάρη στην οποία αναγνωρίζεται από τους κριτικούς και το σινεφίλ κοινό ως ο κορυφαίος Ισπανόφωνος σκηνοθέτης. Έτσι, στις αρχές της επόμενης δεκαετίας, ο Φράνκο θα κάνει το λάθος να του ζητήσει να επιστρέψει. Στα μάτια του δικτάτορα και της «αυλής» του, το σενάριο της Βιριδιάνα ήταν ένας ύμνος στο χριστιανικό τρόπο ζωής (ας σημειωθεί εδώ η στήριξη που παρείχε το Βατικανό στους Ισπανούς φασίστες). Όταν αντίκρισαν το έργο, σοκαρίστηκαν. Ήταν πλέον αργά: ο Bunuel και η ταινία του φυγαδεύτηκαν στη Γαλλία, όπου και βραβεύτηκαν στις Κάννες. Ο σπουδαίος αυτός καλλιτέχνης είχε σημειώσει μια μεγαλειώδη νίκη.
Η απλότητα του φιλμ καθιστά πρακτικά αδύνατη την οποιαδήποτε περιγραφή του – είναι μια εμπειρία που πρέπει να βιωθεί. Μισό αιώνα μετά τη δημιουργία του, το δέος που προκαλούν οι σκηνές του δεν έχει υποχωρήσει καθόλου. Κι ας έχουν γραφτεί αναλύσεις επί αναλύσεων για τον καίριο τρόπο με τον οποίο ο Bunuel επιχειρεί εδώ μια υπολογισμένη απομυθοποίηση των βασικών χριστιανικών συμβόλων – τόσο στις εικόνες του (ο σταυρός ως θήκη για μαχαίρι, το ακάνθινο στεφάνι που φλέγεται μαζί με τα άλλα απορρίμματα, η προσευχή που συγχρονίζεται με την εργασία) όσο και σε ένα επίπεδο θεματικό. Η αγιότητα και η χριστιανικής φύσεως φιλανθρωπία βρίσκονται εδώ στο επίκεντρο του σαρκασμού. Οι μέθοδοι που η οργανωμένη θρησκεία εφευρίσκει για την κατά μόνας ευτυχία, την εξασφάλιση του ατομικού μας παραδείσου, καταρρέουν κάτω από τον σάπιο σώμα της κυρίαρχης κοινωνίας μας. Η συλλογική παρακμή δε διασώζεται από μία ηθική ατομική, ειδικά αν η τελευταία είναι έξωθεν επιβεβλημένη υπό την απειλή βούρδουλα, εξορίας ή …της κολάσεως.
Η πτώση της Βιριδιάνα από τον (επίπλαστο) ουρανό της αγιοσύνης της στη βυθισμένη στην αμαρτία πραγματικότητα που γνωρίζει στην έπαυλη του θείου της, Δον Χάιμε, δεν μαρτυρά μια διάθεση μισανθρωπική εκ μέρους του Bunuel, όπως κάποιος βιαστικά θα μπορούσε να συμπεράνει. Το αντίθετο, άλλωστε, αποδεικνύεται από τις γενναίες δόσεις χιούμορ και τη γεμάτη ζωντάνια σκιαγράφηση του μικρόκοσμου των ζητιάνων. Μέσα από την μετάλλαξη της κεντρικής του ηρωίδας, ο Ισπανός μαέστρος επιδιώκει να ξεμπροστιάσει τη φενάκη του ατομικού ιδεαλισμού, της ιδεολογίας εκείνης που μας προτρέπει να κοιτάμε τη βόλη μας και να σώζουμε την πάρτη μας η οποία, κάλλιστα, μπορεί να ενδύεται τη στολή της αγαθοεργίας. Η συλλογική αποτυχία αυτής της επιλογής δεν θα μπορούσε να εικονογραφηθεί πιο εύστοχα από μια σκηνή στο μέσο της ταινίας: προκειμένου να το σώσει, ο Χόρχε επιλέγει να αγοράσει ένα σκυλί που ταλαιπωρείται δεμένο σε ένα κάρο. Η κάμερα θα κινηθεί προς τα αριστερά για να φανεί ένα άλλο κάρο να περνάει κι ένα ολόιδιο σκυλάκι να σέρνεται από πίσω του…
Πριν φτάσουμε στο ντελιριακό φινάλε όπου οι ζητιάνοι πέρνουν το πάνω χέρι (κι όπου θα συναντήσουμε την πολυδιαφημισμένη, βλάσφημη αναπαράσταση του Μυστικού Δείπνου), ο Bunuel μας έχει βυθίσει σε μια μυστηριακή μα νοσηρή ατμόσφαιρα σεμιναριακού επιπέδου. Το πρώτο μισό του φιλμ, αναπόφευκτα παραγνωρισμένο, είναι μια αριστοτεχνική άσκηση ύφους, ένα σεξουαλικά φορτισμένο θρίλερ που ο Polanski θα ζήλευε θανάσιμα και που συγγενεύει πρόδηλα με τις εμμονές του Hitchcock (για παράδειγμα το θέμα της ομοιότητας και της αντικατάστασης ανάμεσα σε δύο ξανθιές γυναίκες). Όπως και σε προηγούμενες ταινίες του Ισπανού, το βλέμμα της κάμερας ανήκει στον αντρικό πόθο και η γυναίκα μετατρέπεται σε ερωτικό αντικείμενο, ακόμα κι αν είναι επίδοξη καλόγρια όπως η ηρωίδα της γοητευτικής Silvia Pinal. Υπόνοιες νεκροφιλίας, βιασμού και σεξουαλικών συνευρέσεων (όπως το άρμεγμα της αγελάδας…) προσδίδουν ήδη από τα πρώτα λεπτά στην ταινία την «κατηγορία» της βλασφημίας. Μετά τη ξεσηκωτική κλιμάκωση, η Βιριδιάνα αποκτά τη θέση της στο συνολικό έργο του Bunuel: ένα κάλεσμα σε επανάσταση, μία δήλωση πολιτική κι ερωτική.
Αχιλλέας Παπακωνσταντής
http://filmgaze.blogspot.gr/
Κυριακή 4 Αυγούστου 1996 ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Μπουνιουέλ και Βιριδιάνα
Μια καθαρά ισπανική και προσωπική ταινία, γύρισε ο Λουίς Μπουνιουέλ το 1961. Πρόκειται για την ταινία του «Βιριδιάνα», που θα προβληθεί από την Κινηματογραφική Λέσχη του πρώτου κρατικού καναλιού. Ο μεγάλος Ισπανός σκηνοθέτης, γεννημένος το 1900 στο χωριό Καλάντα, έζησε τα παιδικά του χρόνια κάτω από μια σκληρή καταπίεση και θρησκευτική διαπαιδαγώγηση, η οποία εκφράζεται καυστικά και μέσα από τα έργα του. Με τον Σαλβατόρ Νταλί, θα γράψουν το σενάριο της ταινίας «Ανδαλουσιανός σκύλος», ενώ το 1930 θα γυρίσει μόνος του τη «Χρυσή εποχή». Το 1932 θα γυρίσει το ντοκιμαντέρ «Γη χωρίς ψωμί», ενώ μετά από αυτό δε βρίσκει χρηματοδότη για τις ταινίες του. Το 1947 θα εγκατασταθεί στο Μεξικό και εκεί θα αρχίσει να γυρίζει ταινίες, που δεν έχουν μεγάλο κόστος. Στην πορεία θα δημιουργήσει ταινίες που σφράγισαν την ιστορία της έβδομης τέχνης.
Η «Βιριδιάνα» είναι η πρώτη ταινία που γυρίζει ο Μπουνιουέλ στην Ισπανία, μετά από απουσία 23 χρόνων από την πατρίδα του. Ο ίδιος ο Μπουνιουέλ, μιλώντας για τη Βιριδιάνα, αναφέρει ότι είναι μια «πολύ ισπανική ταινία» και πως πιστεύει ότι σ’ αυτήν περιέχονται τα περισσότερα από τα στοιχεία που τον «καίνε» και «τρέφουν το ενδιαφέρον» του. Η Βιριδιάνα, όπως εξηγεί ο ίδιος ο σκηνοθέτης, είναι μια σχεδόν άγνωστη αγία, που έζησε την ίδια εποχή με τον Αγιο Φραγκίσκο της Ασίζης. Η Βιριδιάνα στην ταινία είναι μια δόκιμη καλόγρια. Και αυτό γιατί ο Μπουνιουέλ πίστευε πως μια τέτοια γυναίκα θα πρέπει να παραμείνει ανέγγιχτη. Η Βιριδιάνα αναγκάζεται να επισκεφθεί για τελευταία φορά, πριν κλειστεί στο μοναστήρι, το μοναδικό συγγενή της, που μετά το θάνατο της γυναίκας του ζει μόνος του σ’ ένα κτήμα. Η Βιριδιάνα μοιάζει καταπληκτικά με την πεθαμένη σύζυγό του. Μπροστά σ’ αυτή την ομοιότητα, ο θείος της την ερωτεύεται, αλλά εκείνη δε θέλει να ζήσει μαζί του. Κάποια νύχτα, όμως, την πείθει να φορέσει το νυφικό της γυναίκας του και με τη βοήθεια της υπηρέτριάς του, ρίχνει υπνωτικό στον καφέ της νεαρής κοπέλας. Την άλλη μέρα, της λέει ψέματα ότι τη βίασε. Η Βιριδιάνα, τη στιγμή που αποφασίζει να απομακρυνθεί, μαθαίνει ότι ο θείος της κρεμάστηκε από ένα δέντρο. Για να εξιλεωθεί, πιστεύοντας ότι αυτή είναι η αιτία της πράξης του θείου της, γυρίζει στο κτήμα και κάνει τα πάντα για να βοηθήσει τους φτωχούς, τους οποίους μαζεύει στο σπίτι της. Κάποια μέρα, όμως, που η Βιριδιάνα θα λείπει, οι ζητιάνοι θα καταλάβουν το σπίτι της και θα αρχίσουν τη διασκέδαση. Στην πορεία, η Βιριδιάνα θα προσαρμοστεί σε μια πραγματικότητα που δεν την έχει φανταστεί. Ο Μπουνιουέλ, με τη «Βιριδιάνα», απομυθοποιεί τα χριστιανικά σύμβολα και καταρρίπτει τις καταπιεστικές ανθρώπινες δομές. Πρωταγωνιστούν οι Σίλβια Πινάλ, Φρανσίσκο Ραμπά και Φερνάντο Ρέι
Τρίτη, 29 Μαρτίου 2011
Η αθανασία των σκύλων
Στη »Βιριδιάνα», εκτός απ’ την χαώδη ψυχογραφία των μπουνιουελικών ηρώων, δεν περνά απαρατήρητο το περιστατικό μιας σύντομης σκηνής. Ο δον Χάιμε, ο χήρος θείος της δόκιμης μοναχής Βιριδιάνας, μόλις έχει αυτοκτονήσει. Ο γοητευτικός γιος του Χόρχε, επισκέπτεται το μεγάλο αγρόκτημα που κληρονομεί. Λίγες μέρες μετά την άφιξή του, τον βλέπουμε να περπατά σε έναν χωματόδρομο, κοντά στο κτήμα. Ένα κάρο σταματά και αφήνει κάποιον ταξιδιώτη. Στον άξονα των τροχών είναι δεμένος ένας σκύλος που ακολουθεί αναγκαστικά. Ο Χόρχε ενοχλείται από την εικόνα και αγοράζει το σκύλο. Τον βλέπουμε να βαδίζει, κρατώντας τον από το σχοινί, ενώ απ’ την αντίθετη κατεύθυνση πλησιάζει ένα άλλο κάρο που σέρνει, δεμένο απ’ το ίδιο σημείο, έναν σκύλο. Η απογευματινή προβολή στην «Αλκυονίδα» είχε τελειώσει. Ακολουθούσε συζήτηση (συνηθισμένο γεγονός την εποχή της δικτατορίας) ανάμεσα στον μαρξιστή κριτικό του Σύγχρονου κινηματογράφου και το νεανικό κοινό της εποχής, αφοσιωμένο στο σινεμά και στις ιδέες. «Προσέξτε», είπε ο κριτικός. «Η απελευθέρωση ενός σκύλου, όπως βλέπουμε, στην ουσία δεν προσφέρει τίποτε. Αμέσως εμφανίζεται ένας άλλος, πανομοιότυπα δεμένος. Η λύση, καταλαβαίνουμε, αν δεν είναι συλλογική έχει ελάχιστη σημασία. Η ευεργεσία, μας λέει ο Μπουνιουέλ, είναι μάταιη φιλανθρωπία». Όταν, μετά από πολλά χρόνια (1994), παίχτηκε Η λίστα του Σίντλερ, ο μαρξιστής κριτικός δεν ζούσε πια. Οι κινηματογράφοι της δικτατορίας μετέφεραν μόνο σαν ανάμνηση την αποστολική σημασία τους. Η εποχή, τα οράματα και όλα στον κόσμο είχαν αλλάξει. Στο τέλος της ταινίας του Σπίλμπεργκ, ένας Εβραίος που είχε σωθεί χάρις στον βιομήχανο Σίντλερ, του απηύθυνε με ευγνωμοσύνη μια φράση από το Ταλμούδ: «Εκείνος που σώζει έναν άνθρωπο είναι σαν να σώζει τον κόσμο όλο». Τώρα, αυτή η άποψη για τον Έναν ακουγόταν πολύ πιο βαθειά και ανθρώπινη. Μας άγγιζε περισσότερο από το έπος και την οικουμενική σωτηρία. Είχαμε ανακαλύψει την ανεκτίμητη σημασία του προσώπου.
Κώστας Μαυρουδής
Απόσπασμα από την ενότητα «Ιστορίες με σκύλους»
http://costas-mavroudis.blogspot.gr/
Λίγα λόγια για τον Σκηνοθέτη
Λουίς Μπουνιουέλ
Λουίς Μπουνιουέλ (Luis Bunuel Portoles, 22 Φεβρουαρίου 1900 –29 Ιουλίου 1983) ήταν ένας από τους μείζονες σκηνοθέτες τουκινηματογράφου. Συνδέθηκε με το κίνημα του υπερρεαλισμού, ενώ κατόρθωσε με το έργο του να διαμορφώσει ένα προσωπικό κινηματογραφικό ύφος. Πολλές από τις ταινίες του θεωρούνται σήμερα κλασικές. Εκτός από τον » κινηματογραφικό αναρχισμό», ο Μπουνιουέλ είχε επίσης Αναρχικές πεποιθήσεις και στα πολιτικά θέματα, κάτι που μπορεί να αντιληφθεί κάποιος κάλλιστα και από το σύνολο της φιλμογραφίας του.
Ο Μπουνιουέλ γεννήθηκε στην Καλάντα (Calanda) της Ισπανίας, κοντά στην επαρχία της Αραγώνας, το 1900, αν και τα παιδικά του χρόνια τα πέρασε στην πόλη της Σαραγόσα. Ήταν γόνος εύπορης οικογένειας και ανατράφηκε ιδιαίτερα αυστηρά. Είχε την πρώτη του επαφή με τον κινηματογράφο σε ηλικία οκτώ ετών. Την περίοδο 1917-1924 σπούδασε στο πανεπιστήμιο της Μαδρίτης όπου αρχικά –και κατόπιν προτροπής του πατέρα του– στόχευε στην απόκτηση ενός διπλώματος αγρονόμου μηχανικού
Η περίοδος στην Αμερική
Μετά τον Ισπανικό εμφύλιο πόλεμο και την περίοδο 1939-1945 ο Μπουνιουέλ βρέθηκε στις Ηνωμένες Πολιτείες. Για ένα διάστημα εργάστηκε στο κινηματογραφικό αρχείο του Μουσείου Μοντέρνας Τέχνης στη Νέα Υόρκη και αργότερα μετακόμισε στο Χόλλυγουντ όπου συμμετείχε στην παραγωγή ταινιών, μεταφορών γνωστών εμπορικών επιτυχιών στα ισπανικά. Μεταξύ άλλων μικρής αξίας ταινιών, συμμετείχε στη δημιουργία κινηματογραφικών έργων με θέμα τον Ισπανικό Εμφύλιο. Είναι γεγονός πως στο Χόλλυγουντ ο Μπουνιουέλ δεν κατάφερε να οικοδομήσει μία σημαντική καριέρα.
Η περίοδος στο Μεξικό
Την περίοδο 1946-1960, ο Μπουνιουέλ εργάστηκε ως σκηνοθέτης στο Μεξικό. Αρχικά παρακινήθηκε να γυρίσει μία ταινία εκεί από τον παραγωγό Όσκαρ Ντάσινγκερς, υπό τον τίτλο Γκραν Καζινό. Ακολούθησαν άλλες 20 ταινίες, οι οποίες γυρίστηκαν ως επί το πλείστον με περιορισμένα μέσα, χαμηλές αμοιβές, στην ισπανική γλώσσα και σε μικρό χρόνο γυρισμάτων, περίπου είκοσι ημερών. Ο Μπουνιουέλ, ωθούμενος από οικονομική ανάγκη, εργάστηκε συχνά σε θέματα που ο ίδιος δεν είχε επιλέξει, ωστόσο, όπως ο ίδιος παραδέχθηκε, ουδέποτε σκηνοθέτησε μία σκηνή αντίθετη με τις πεποιθήσεις του και την αισθητική του. Η ταινία Ξεχασμένοι από την κοινωνία (Los Olvidados), του 1950, εισέπραξε πολύ θετικές κριτικές στο Φεστιβάλ των Καννών όπου παρουσιάστηκε, ενώ ο Μπουνιουέλ αναγνωρίστηκε ως ένας από τους σημαντικότερους Ισπανούς σκηνοθέτες. Πολλές από τις ταινίες που σκηνοθέτησε στο Μεξικό θεωρούνται σήμερα κλασικές, μεταξύ αυτών ο Εξολοθρευτής Άγγελος (1962), ο Σίμων της Ερήμου (1965) καθώς και η Ναζαρέν (1958).
Η περίοδος στη Γαλλία
Ο Μπουνιουέλ σκηνοθέτησε αρκετές γαλλόφωνες ταινίες στη Γαλλία αμέσως μετά την επιτυχημένη κινηματογραφική παραγωγή του στο Μεξικό. Σε αυτό το διάστημα, δημιούργησε μερικές από τις πιο δημοφιλείς ταινίες του, μεταξύ των οποίων Η ωραία της ημέρας, Το σκοτεινό αντικείμενο του πόθου καθώς και Η κρυφή γοητεία της μπουρζουαζίας. Λιγότερο γνωστές, αλλά εξίσου σημαντικές, ταινίες της ίδιας περιόδου είναι ο Γαλαξίας και το Φάντασμα της ελευθερίας.
Ο Μπουνιουέλ αποσύρθηκε από τον κινηματογράφο το 1977 και στα επόμενα χρόνια ολοκλήρωσε την αυτοβιογραφία του. Πέθανε το 1983 στο Μεξικό από κίρρωση του ήπατος
14 Δεκεμβρίου 2014
Λουίς Μπουνιουέλ: Από τον υπερρεαλισμό στο κοινωνικό σινεμά
Aπό την Αραγονία της Ισπανίας, τη γενέτειρα του, στη Μαδρίτη, κι από κει στο Παρίσι, στο Χόλιγουντ, στο Μεξικό. Ο Λουίς Μπουνιουέλ Πορτολές, άθεος αστικής καταγωγής, εχθρός και επίμονος πολέμιος του συντηρητικού καθωσπρεπισμού, όμοια με κάθε καθαρόαιμο τέκνο της ισπανικής καλλιτεχνικής πρωτοπορίας (vanguardismo 1922 – 1945), οργισμένο νιάτο κατά της μπουρζουαζίας και επίτιμο μέλος της πιο περιώνυμης παρέας σουρεαλιστών της ιβηρικής χερσονήσου, προκάλεσε, απορρίφθηκε, λογοκρίθηκε, βραβεύτηκε και τελικά δικαιώθηκε απόλυτα, μένοντας στην ιστορία ως ένας από τους σημαντικότερους σκηνοθέτες του 20ου αιώνα, πάντα ελεύθερος και αναρχικός ως το κόκαλο.
ΚΕΙΜΕΝΟ: ΝΑΝΣΥ ΑΓΓΕΛΗ
«Η επιστήμη δεν με ενδιαφέρει. Αγνοεί το όνειρο, το τυχαίο, το χαμόγελο, το συναίσθημα και την αντίφαση, πράγματα τα οποία θεωρώ πολύτιμα.»
Λουίς Μπουνιουέλ
Ο πρώτος παγκόσμιος πόλεμος επισφράγισε με τον χειρότερο τρόπο μια εποχή που προοιωνιζόταν «χρυσή». Μια εποχή που με την επιστήμη και την τεχνολογία στο τιμόνι οραματιζόταν μια θέση στο πάνθεον της ιστορίας. Η έντονη αστικοποίηση και τα επιστημονικά άλματα της ιατρικής, κληροδοτήματα του 19ου αιώνα, οδήγησαν στην ανάδειξη της ισχυρότερης τάσης, της επικράτησης της λογικής, η πίστη στην οποία έμελλε να διαψευστεί με τον πιο οδυνηρό τρόπο. Αναζητώντας μια έξοδο από το ψυχολογικό αδιέξοδο, από την φρενήρη αναζήτηση ταυτότητας και συνείδησης που είχε αφήσει πίσω του ο πόλεμος, το κίνημα του σουρεαλισμού έρχεται να επαναστατήσει ενάντια σε κάθε καθιερωμένη ως τότε αξία, ενάντια πάνω απ’ όλα στην ισχύ της λογικής σκέψης, προβάλλοντας μια άλλη λογική: αυτή του παραλόγου.
Το σινεμά δεν θα μπορούσε να μείνει απέξω από αυτήν την επαναστατική αλλαγή. Τα αγαπημένα παιδιά του κύκλου των αβάν-γκαρντ, Μπουνιουέλ και Νταλί, κάνουν την εμφάνιση τους με την πρώτη και μοναδική ταινία στην ιστορία της 7ης Τέχνης που κατάφερε να οπτικοποιήσει απόλυτα τις αρχές του «Μανιφέστο του Σουρεαλισμού» του Αντρέ Μπρετόν. Φυσικά, δεν είναι άλλη από τον «Ανδαλουσιανό Σκύλο». Το 1929, μόλις τρία χρόνια μετά τη θρυλική «Μητρόπολη» του Φριτζ Λανγκ, το «Ο Ανδαλουσιανός Σκύλος», η ταινία- μανιφέστο του υπερρεαλιστικού σινεμά προβάλλεται στο παρισινό σινέ-κλαμπ «Studio des Ursulines» και στο Στούντιο 28 και το πείραμα πετυχαίνει. Οι σουρεαλιστές, χρησιμοποιώντας το υποσυνείδητο, τα όνειρα και φυσικά την καλπάζουσα φαντασία τους, επιδιώκουν την ανατροπή κάθε κλισέ, σπάζοντας κυριολεκτικά τον κρίκο που συνέδεε με τρόπο αδιαμφισβήτητο το ζεύγος σημαίνον – σημαινόμενο. Το φιλμ προκαλεί τις αντιδράσεις της καθεστηκυίας τάξης, τις διαμαρτυρίες του ανυποψίαστου κοινού και τα ενθουσιώδη χειροκροτήματα του κύκλου των υπερρεαλιστών. Κανείς δεν καταλαβαίνει τίποτα από την ταινία, ωστόσο αυτό ακριβώς ήταν ο στόχος: ο θρίαμβος του αλόγου. Όπως θα δήλωνε χρόνια αργότερα, το 1982, ο ίδιος ο Μπουνιουέλ στην αυτοβιογραφία του «Η τελευταία πνοή» («Mi último suspiro»), αναφερόμενος στην ταινία που εγκαινίασε και σημάδεψε ανεξίτηλα τόσο την καριέρα του, όσο και την πορεία του παγκόσμιου σινεμά, ο μοναδικός κανόνας που φρόντισαν να τηρήσουν κατά τη δημιουργία της ήταν να εξοστρακίσουν κάθε ιδέα ή εικόνα η οποία θα μπορούσε να εξηγηθεί, είτε με βάση τη λογική, είτε με βάση την ψυχολογία, είτε με βάση τις πολιτιστικές συνθήκες. Από τότε, η σκηνή κατά την οποία ο Μπουνιουέλ κόβει στα δύο το μάτι μιας γυναίκας θα μείνει μια για πάντα στην ιστορία ως το απόλυτο σύμβολο μιας «νέας ματιάς» της πραγματικότητας. Όσο για τον ίδιο; Εκείνος θα ταξιδέψει, θα δοκιμαστεί και θα γυρίσει μερικές από τις σημαντικότερες ταινίες, παραμένοντας γοητευτικά αντικομφορμιστής. Πρώτος σταθμός: το Μεξικό.
«México, un país naturalmente surrealista»
Η πρώτη επαφή του Μπουνιουέλ με το Μεξικό γίνεται κατά τύχη ως καλεσμένος σ’ ένα φιλικό δείπνο το 1946. Φυσικά έχουν προηγηθεί ταινίες σε Γαλλία και Αμερική και ουκ ολίγες περιπέτειες. Έχει προηγηθεί το σκάνδαλο και τελικά η απαγόρευση της ταινίας «Η χρυσή εποχή» («La edad de oro»), ταινία που διαδέχτηκε ένα χρόνο μετά τον «Ανδαλουσιανό σκύλο» και στάθηκε η αφορμή της ρήξης του με τον αγαπημένο του φίλο Νταλί. Την ίδια τύχη θα είχε τρία χρόνια αργότερα το ντοκιμαντέρ «Hurdes. Tierra sin pan» (μτφ. «Ούρντες. Γη δίχως ψωμί»»γυρισμένο στην περιοχή της Εξτρεμαδούρα της Ισπανίας το 1933 και που αφορούσε την πείνα και τις φριχτές συνθήκες διαβίωσης που επικρατούσαν σε μεγάλο τμήμα της χώρας. Κι αν η τότε κυβέρνηση του ισπανικού κράτους απαγόρευσε την προβολή της ταινίας λόγω της άσχημης εικόνας της χώρας που μετέδιδε, ο εμφύλιος πόλεμος που ξέσπασε λίγα χρόνια μετά τον ανάγκασε να φύγει για την βόρεια Αμερική. Εκεί συνεργάστηκε για βιοποριστικούς λόγους με το μουσείο μοντέρνας τέχνης κι έπειτα με τα στούντιο Γουόρνερ Μπρος μέχρι το 1946 προσαρμόζοντας αμερικάνικες ταινίες στα ισπανικά για την προβολή τους στη Λατινική Αμερική.
Η άφιξη στο Μεξικό σηματοδοτεί μια νέα περίοδο για τον Μπουνιουέλ. Η χώρα αυτή, «σουρεαλιστική εκ φύσεως», τον εμπνέει. Εδώ θα γυρίσει 23 από τις 36 συνολικά ταινίες της καριέρας του. Η καθημερινή ζωή και τα πάθη του κόσμου γίνονται τα κυρίαρχα θέματα των ταινιών αυτών και μια στροφή προς το κοινωνικό σινεμά πραγματοποιείται. Η ως τότε άρνηση του άκρατου υπερρεαλισμού να ενταχθεί στην κοινωνική πραγματικότητα, επιδιώκοντας να προσφέρει μόνο τρόπους διαφυγής από αυτή, δεν τον οδηγεί πουθενά. Μπροστά στις σαρωτικές ιστορικές και πολιτικές εξελίξεις που έφεραν τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, η τέχνη επιβάλλεται να πολιτικοποιηθεί, ο δε σουρεαλισμός να ωριμάσει. Έτσι, από αυτή τη στιγμή και μετά, η κοινωνική κριτική επαναπροσδιορίζει τον υπερρεαλισμό του Μπουνιουέλ και τα ιδεώδη της κομμουνιστικής θεωρίας προς τα οποία είχαν ήδη στραφεί οι σουρεαλιστές της ομάδας του Αντρέ Μπρετόν στις αρχές της δεκαετίας του ’30, αντανακλώνται στις επόμενες ταινίες που θα γυρίσει. Τα πρώτα δείγματα της αλλαγής αυτής φέρει το «Hurdes. Tierra sin pan», ωστόσο λίγο αργότερα, μετά από την αποτυχία του «Gran Casino», το 1946, και το μέτριο «El gran calavera», το 1949 είναι το «Los Olvidados» που θα τον δικαιώσει απόλυτα και θα τον μετατρέψει- παρά τις αρχικές αρνητικές αντιδράσεις που προκάλεσε- εν μία νυκτί από «μαύρο πρόβατο» σε έναν από τους μεγαλύτερους κινηματογραφικούς δημιουργούς του ισπανόφωνου κόσμου, χάρη στην αναγνώριση που θα δεχτεί στο Φεστιβάλ Καννών. «Οι ξεχασμένοι από την κοινωνία», η τρίτη ταινία που γύρισε στο Μεξικό το 1950, στηλιτεύει τη φτώχια και τις συνθήκες διαβίωσης του κοινωνικού περιθωρίου με φόντο την απρόσωπη μητρόπολη της Πόλης του Μεξικού και του χάρισε το βραβείο καλύτερου σκηνοθέτη στο Φεστιβάλ Καννών το 1951. Παντρεύοντας το αστικό μελόδραμα (κινηματογραφικό είδος που άκμαζε στο Μεξικό τις δεκαετίες του ’40 και του ’50 και προέβαλε σκηνοθέτες όπως ο Ισμαέλ Ροντρίγκεθ [Ismael Rodriguez], ο Αλεχάντρο Γκαλίντο [Alejandro Galindo] και ο Εμίλιο Φερνάντεθ [Emilio Fernández]) με σουρεαλιστικά στοιχεία, δημιούργησε σκηνές πραγματικά ποιητικές που αυτή τη φορά απευθύνονταν αλλά και προέρχονταν από το ίδιο το κοινό.
Οι πόρτες ανοίγουν και οι κριτικοί είναι με το μέρος του, αυτό όμως δεν σημαίνει πως η καριέρα του δεν θα δοκιμαστεί ξανά. Τουλάχιστον άλλη μία φορά. Ούτε σημαίνει πως ο ίδιος δε θα τολμήσει στο μέλλον, αναπαυόμενος στις δάφνες του, να αγγίξει θέματα- ταμπού. Να μιλήσει για το σεξ, την υποκρισία της εκκλησίας και τις, διόλου διασκεδαστικές, συμβάσεις που επιβάλλει. Τουλάχιστον άλλες τρεις φορές.
«Είμαι άθεος, με τη χάρη του Θεού»
Το 1958, η ταινία «Nazarín», βασισμένη στο μυθιστόρημα του Πέρεθ Γκαλντός, βραβεύεται με το Διεθνές Βραβείο του Φεστιβάλ Καννών και παραλίγο να πάρει το βραβείο της «Oficina Internacional Católica de cine», της «Οικουμενικής Επιτροπής» που στηρίζεται από την Καθολική και Προτεσταντική Εκκλησία. Ο Μπουνιουέλ δηλώνει στον Tύπο: «Αν μου το είχαν δώσει, θα είχα αναγκαστεί να αυτοκτονήσω. Παραμένω άθεος, με τη χάρη του Θεού». Ο αιρετικός σκηνοθέτης ξαναχτυπά, αυτή τη φορά, αν και απαρνούμενος την χριστιανική πίστη, με έναν ήρωα υπόδειγμα αυτής, έναν μεταγενέστερο Ναζωραίο, τον οποίο ακολουθούν ως μαθήτριες του, μια πόρνη και μια δυστυχισμένη νεαρή γυναίκα. Το αμφίσημο τέλος της ταινίας και οι σουρεαλιστικές στιγμές, όπως σε μια σκηνή η εικόνα του Ιησού που χαμογελά διάπλατα, την έχουν κατατάξει σε μια από τις πιο χαρακτηριστικές μπουνιουελικές δημιουργίες, η οποία αν και αγγίζει θέματα «ιερά» μπορεί να είναι ταυτοχρόνως σουρεάλ.
Δεν είναι, ωστόσο, αυτή η πρώτη φορά που ο Μπουνιουέλ καταπιάνεται με το θέμα της ηθικής και της αρετής. Αν και όχι τόσο στενά συνδεδεμένο με τη Χριστιανική πίστη, το «Η εγκληματική ζωή του Αρτσιμπάλντο Ντε Λα Κρουζ» («Ensayo de un crimen») του 1955 είναι η τραγελαφική ιστορία ενός ανθρώπου διχασμένου ανάμεσα σε μια ζωή φανταστική, ηδονικά αμαρτωλή, και στην πεζή πραγματικότητα.
Ο κύκλος της αμαρτίας κλείνει με το «Viridiana» το 1961, μια ταινία που γυρίστηκε στην Μαδρίτη το διάστημα που ο Μπουνιουέλ ζούσε ακόμα στο Μεξικό και αν και βραβεύτηκε από το Φεστιβάλ Καννών με τον Χρυσό Φοίνικα, ξεσήκωσε οργή και μπήκε στην μαύρη λίστα των απαγορευμένων ταινιών. Η Βιριδιάνα είναι μια νέα καλόγρια η οποία επιθυμεί να αφιερώσει τη ζωή της περιθάλποντας τους φτωχούς και τους άστεγους. Ωστόσο, μία ή ακόμα και περισσότερες καλές πράξεις, δεν αλλάζουν τον κόσμο και το κυριότερο, η αγαθοεργία, δεν αποτελεί λίγες φορές το πρόσχημα προκειμένου να ασκήσει κανείς εξουσία. Πρόκειται για μια από τις πιο βλάσφημες ταινίες του Μπουνιουέλ με σκηνές που σόκαραν την εκκλησία και το κοινό της εποχής, και όχι μόνο εξαιτίας των σκανδαλωδώς ωραίων ποδιών της Σίλβια Πινάλ: Το φλεγόμενο ακάνθινο στεφάνι του Ιησού, το δείπνο των ζητιάνων που παραπέμπει στο Μυστικό Δείπνο της Βίβλου, ήταν χτυπήματα κάτω από τη μέση για τους Καθολικούς και παραπάνω απ’ όσα θα μπορούσαν ν’ αντέξουν.
Το «Ο Σιμών της ερήμου» («Simón del desierto») το 1964 είναι η τελευταία ταινία που θα γυρίσει στο Μεξικό μετά τον περίφημο «Άγγελο Εξολοθρευτή» δύο χρόνια νωρίτερα. Από αυτή τη στιγμή και μετά τα βήματα του θα τον οδηγήσουν ακόμα μια φορά στο Παρίσι, όπου που θα τον υποδεχτεί το κύμα της Νουβέλ Βαγκ.
Μεξικό: Φιλμογραφία 1946- 1964
Gran Casino (1946)
El gran calavera (1949)
Los olvidados (1950)
Susana (Carne y demonio) (1950)
La hija del engaño (1951)
Una mujer sin amor (1951)
Subida al cielo (1951)
El bruto (1952)
Robinson Crusoe (Adventures of Robinson Crusoe) (1952)
Él (1952)
Abismos de pasión (1953)
La ilusión viaja en tranvía (1953)
El río y la muerte (1954)
Ensayo de un crimen (1955)
La muerte en este jardín (La mort en ce jardin) (1956)
Nazarín (1958)
Los ambiciosos (La fièvre monte à El Pao) (1959)
La joven (The Young One) (1960)
Viridiana (1961)
El ángel exterminador (1962)
Simón del desierto (1964)
-http://www.cinedogs.gr/
Λουίς Μπουνιουέλ (Luis Buñuel Portolés, 22/2/1900 – 29/7/1983)
Ο Λουίς Μπουνιουέλ θεωρείται ο πατέρας του κινηματογραφικού σουρεαλισμού και ένας από τους πιο πρωτότυπους σκηνοθέτες που υπήρξαν ποτέ. Ο Μπουνιουέλ γεννήθηκε στην Καλάντα (Calanda) της Ισπανίας, στην επαρχία της Αραγονίας, το 1900, αν και τα παιδικά του χρόνια τα πέρασε στην πόλη της Σαραγόσα. Ήταν γόνος εύπορης οικογένειας Ιησουϊτων, ανατράφηκε ιδιαίτερα αυστηρά, πράγμα που φανερώνεται στα έργα του από την εμμονή του με τη θρησκεία. Είχε την πρώτη του επαφή με τον κινηματογράφο σε ηλικία οκτώ ετών. Την περίοδο 1917-1924 σπούδασε στο πανεπιστήμιο της Μαδρίτης όπου αρχικά – και κατόπιν προτροπής του πατέρα του – στόχευε στην απόκτηση ενός διπλώματος αγρονόμου μηχανικού. Στην πορεία άλλαξε προσανατολισμό και στράφηκε στην μηχανολογία της βιομηχανίας ενώ για ένα χρόνο εργάστηκε και στο Μουσείο Φυσικής Ιστορίας της Μαδρίτης και ειδικότερα στον τομέα της εντομολογίας, όπου ο Μπουνιουέλ είχε μεγάλη κλίση. Η τελευταία του στροφή σημειώθηκε με την απόκτηση διπλώματος φιλοσοφίας με ειδικότητα στην ιστορία. Στην φοιτητική εστία του πανεπιστημίου γνωρίστηκε – μεταξύ άλλων Ισπανών καλλιτεχνών – και με τον ζωγράφο Σαλβαδόρ Νταλί καθώς και με τον ποιητή Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα, με τους οποίους συνδέθηκε φιλικά.
Μετά τις σπουδές του ξεκίνησε να εργάζεται ως βοηθός σκηνοθέτη στο Παρίσι αν και οι γνώσεις του γύρω από την σκηνοθεσία και τις τεχνικές του κινηματογράφου ήταν ελάχιστες. Η πρώτη του προσωπική κινηματογραφική απόπειρα εκδηλώθηκε με τον Ανδαλουσιανό σκύλο, το 1929, μία ταινία μικρού μήκους, μόλις 17 λεπτών, αμιγώς υπερρεαλιστική. Το σενάριο της ταινίας συνυπογράφει μαζί με τον Μπουνιουέλ και ο Νταλί. Αμέσως μπήκε στην ιστορία του κινηματογράφου με τις τολμηρές εικόνες του – το τεμαχισμένο μάτι στην αρχή της ταινίας σοκάρει ακόμα και σήμερα. Το φιλμ ξεσήκωσε θύελλα αντιδράσεων, κάτι που ικανοποιούσε τους δύο αναρχικούς καλλιτέχνες, ενώ οι Σουρεαλιστές από την άλλη μεριά το λάτρεψαν και τους αγκάλιασαν με ενθουσιασμό.
Οπως όλοι οι σουρεαλιστές ήθελαν πάντα να προκαλούν σκάνδαλο, να εξεγείρονται απέναντι σε καταστάσεις κατεστημένες, έτσι και ο Λουίς Μπουνιουέλ ενοχλούνταν όταν ευχαριστούσε το κοινό και ευχαριστιόταν όταν το ενοχλούσε. «Ο σουρεαλισμός βρίσκεται στην υπηρεσία της επανάστασης…» συνήθιζε να λέει.
Μερικές φορές, όταν οι ταινίες του γίνονταν αποδεκτές από τον κόσμο, θύμωνε. «Εκανα κάτι λάθος» έλεγε».
Η επόμενη ταινία του Μπουνιουέλ ήταν η Χρυσή Εποχή (1930).
Μετά τον Ισπανικό εμφύλιο πόλεμο και την περίοδο 1939-1945 ο Μπουνιουέλ βρέθηκε στις Ηνωμένες Πολιτείες. Για ένα διάστημα εργάστηκε στο κινηματογραφικό αρχείο του Μουσείου Μοντέρνας Τέχνης στη Νέα Υόρκη και αργότερα μετακόμισε στο Hollywood όπου συμμετείχε στην παραγωγή ταινιών, μεταφορών γνωστών εμπορικών επιτυχιών στα ισπανικά. Μεταξύ άλλων μικρής αξίας ταινιών, συμμετείχε στη δημιουργία κινηματογραφικών έργων με θέμα τον Ισπανικό εμφύλιο. Είναι γεγονός πως στο Χόλλυγουντ, ο Μπουνιουέλ δεν κατάφερε να οικοδομήσει μία σημαντική καριέρα.
Την περίοδο 1946-1960, ο Μπουνιουέλ εργάστηκε ως σκηνοθέτης στο Μεξικό. Αρχικά παρακινήθηκε να γυρίσει μία ταινία εκεί από τον παραγωγό Όσκαρ Ντάσινγκερς, υπό τον τίτλο Γκραν Καζινό. Ακολούθησαν άλλες 20 ταινίες, οι οποίες γυρίστηκαν ως επί το πλείστον με περιορισμένα μέσα, χαμηλές αμοιβές, στην ισπανική γλώσσα και σε μικρό χρόνο γυρισμάτων, περίπου είκοσι ημερών. Ο Μπουνιουέλ, ωθούμενος από οικονομική ανάγκη, εργάστηκε συχνά σε θέματα που ο ίδιος δεν είχε επιλέξει, ωστόσο όπως ο ίδιος παραδέχθηκε, ουδέποτε σκηνοθέτησε μία σκηνή αντίθετη με τις πεποιθήσεις του και την αισθητική του. H ταινία Λος Ολβιδάδος (Los Olvidados), του 1950, εισέπραξε πολύ θετικές κριτικές στο Φεστιβάλ των Καννών όπου παρουσιάστηκε, ενώ ο Μπουνιουέλ αναγνωρίστηκε ως ένας από τους σημαντικότερους Ισπανούς σκηνοθέτες. Πολλές από τις ταινίες που σκηνοθέτησε στο Μεξικό θεωρούνται σήμερα κλασικές.
Το 1961 ο Στρατηγός Φράνκο, θέλοντας να επιδείξει το ενδιαφέρον του για τη κουλτούρα της χώρας του, κάλεσε τον Μπουνιουέλ πίσω στην πατρίδα του. Εκείνος επέστρεψε και σε απάντηση έκανε την ταινία Viridiana, η οποία απαγορεύτηκε αμέσως μετά την κυκλοφορία της γιατί θεωρήθηκε βλάσφημη! Παρόλ’ αυτά η ταινία κέρδισε το Χρυσό Φοίνικα.
Ο Μπουνιουέλ σκηνοθέτησε αρκετές γαλλόφωνες ταινίες στη Γαλλία αμέσως μετά την επιτυχημένη κινηματογραφική παραγωγή του στο Μεξικό. Σε αυτό το διάστημα, δημιούργησε μερικές από τις πιο δημοφιλείς ταινίες του, μεταξύ των οποίων η Ωραία της ημέρας, Το σκοτεινό αντικείμενο του πόθου καθώς και Η Κρυφή Γοητεία της Μπουρζουαζίας. Λιγότερο γνωστές αλλά εξίσου σημαντικές ταινίες της ίδιας περιόδου, είναι ο Γαλαξίας και το Φάντασμα της Ελευθερίας.
Ο Μπουνιουέλ αποσύρθηκε από τον κινηματογράφο το 1977 και στα επόμενα χρόνια ολοκλήρωσε την αυτοβιογραφία του, στην οποία λέει πως θα μπορούσε να κάψει όλες τις κόπιες των ταινιών του! Πέθανε το 1983 στο Μεξικό από κίρρωση του ήπατος.
Είχε πει για τον θάνατο: «Το να πεθάνω και να εξαφανισθώ μου φαίνεται τέλειο· αντίθετα, η πιθανότητα να παραμείνω αιώνιος μου προκαλεί τρόμο». και «Ειλικρινά, παρά τον τρόμο που μου προκαλεί ο τύπος, θα μου άρεζε μετά το θάνατο μου να σηκώνομαι κάθε δέκα χρόνια από το τάφο μου και να αγοράζω μερικές εφημερίδες!»
«Πορτραίτο του Λουίς Μπουνιουέλ»
Σαλβαντόρ Νταλί
Φιλμογραφία
1977 Το Σκοτεινό Αντικείμενο του Πόθου
1974 Το Φάντασμα της Ελευθερίας
1972 Η Κρυφή Γοητεία της Μπουρζουαζίας
1970 Τριστάνα
1969 Γαλαξίας
1967 Η Ωραία της Ημέρας
1965 Ο Σίμων της ερήμου
1964 Το ημερολόγιο μιας καμαριέρας
1962 Ο εξολοθρευτής άγγελος
1961 Βιριδιάνα
1960 Μετά τον βιασμό
1959 La Fièvre monte à El Pao
1959 Ναζαρεν
1956 Ο θάνατος σε αυτό τον κήπο
1956 Αυτό ονομάζεται αυγή
1955 το ποτάμι και ο θάνατος
1955 Η εγκληματική ζωή του Αρττσιμπάλδ ντε λα Κρουζ
1954 Οι περιπέτειες του Ροβινσώνα Κρούσου
1954 Ανεμοδαρμένα ύψη
1954 La Ilusión viaja en tranvía
1953 Το κτήνος
1952 Una Mujer sin amor
1952 Ανέβασμα στον ουρανό
1951 La Hija del engaño
1951 Σουζάνα
1950 Los Olvidados
1949 El Gran Calavera
1947 Γκραν καζίνο
1933 Γη χωρίς ψωμί (ντοκ)
1930 Χρυσή εποχή
1929 Ανδαλουσιανός σκύλος
http://www.klg.gr/
camerastyloonline.wordpress.com
198ΒΙΝΤΕΟ
Δημοφιλή βίντεο - Βιριδιάνα
από το χρήστη Viridiana - Topic
2:271961 Viridiana - Trailer
1:49Viridiana (1961)
Προβολή πλήρους playlist (198 βίντεο)
1:08:22
Viridiana 1961
οι χαρακτηρισμοί όπως βλάσφημος,
αιρετικός, προκλητικός
μοιάζουν πλέον με καραμέλα στο στόμα
όταν αναφέρεται κάποιος στον Λουίς Μπουνιουέλ.
Κλισέ ορισμοί στο λήμμα του ονόματος του
σε όλα ανεξαιρέτως τα λεξικά
της κινηματογραφικής ιστορίας.
Λέξεις που στην εποχή τους ανέβασαν
τις μετοχές του Ισπανού δημιουργού
στην διεθνή κινηματογραφική ελίτ,
αλλά ταυτόχρονα λίγο έλειψε
να υποβιβάσουν το έργο του
στις διαστάσεις ενός φτηνού αισθησιασμού.
Και αν υπάρχει μια ταινία που συνοψίζει
το μύθο που χτίστηκε γύρω από τον Μπουνιουέλ
(και θα τον ακολουθεί για πάντα),
αυτή είναι σίγουρα η «Βιριδιάνα»
ιφιγένεια γεωργιάδου ο εξουθενωτικά άγριος αισθησιασμός εκφρασμένος μέσα από την πρόκληση των ασυμβίβαστων αντιθέσεων ...προώθησε την ανάπτυξη των καταστροφικών δυναμικών της κυρίαρχα οικονομικά και κοινωνικά παραπαίουσας άρχουσας τάξης....
Δημητρης Μετσοβιτης ιφιγένεια γεωργιάδου, η ταινία είναι γυρισμένη το 1961,
με τις ευλογίες του Φράνκο,
η ιστορία μιας «αγίας»
της διπλανής πόρτας ήταν
η πρώτη ταινία που θα γύριζε
ο Μπουνιουέλ στην πατρίδα του,
την Ισπανία,
μετά από χρόνια εξορίας
στην Αμερική και το Μεξικό.
Και ήταν αρκετή για να φτάσει
(φυγαδευμένη)
μέχρι τις Κάννες και να κερδίσει το Χρυσό Φοίνικα,
να απαγορευτεί στην Ισπανία μέχρι και το 1977,
να αφοριστεί από το Βατικανό.
Όλα δηλαδή όσα χρειάστηκε το μπουνιουελικό έργο
για να βρει την ταυτότητα του και
ακριβώς ό,τι χρειαζόταν ο Μπουνιουέλ
για να βρεθεί πρώτος στη λίστα των μεγάλων
«αιρετικών» του σινεμά.
ιφιγένεια γεωργιάδου με ένα προφητικό χάρισμα προβλέπει την αυτοκατάρρευση ενός στρεβλά αναπτυγμένου και ασφυκτικά οριοθετημένου πολιτικού συστήματος που επέμενε να κρατά την Ισπανία στερημένη από ένα Δημοκρατικό πολίτευμα...
Δημητρης Μετσοβιτης Φως, φως
ποιος αντέχει τόση ανατολή
φως, φως έρωτά μου αλήθεια κι απειλή
ποια οργή ποια μυστική χαρά
κάψαν του θανάτου τα φτερά,
κι ελπίζω
ιφιγένεια γεωργιάδου σε συνεργασία με την Ελλάδα....μαύρα φτερά...διαλύεται ο παλιός κόσμος....αιωρείται στο λευκό ο νέος....https://www.youtube.com/watch?v=jrYCtO82egI
Eurovision 2016 Rosia
Description
YOUTUBE.COM
Δημητρης Μετσοβιτης εκκωφαντικη η σιωπή μου, αλλά ειναι ένα ακόμα ελληνικό αριστούργημα 11 Μαΐου στις 4:37 μ.μ.
Πηγή σχολίων Δ.Μ. ΕΔΩ ή στο παρακάτω ολοκληρωμένο κείμενο/αφιέρωμα.
ΒΙΡΙΔΙΑΝΑ [VIRIDIANA] του Λουίς Μπουνιουέλ
με τους Σίλβια Πινάλ, Φρανσίσκο Ραμπάλ, Φερνάντο Ρέι, Χοσέ Κάλβο, Μαργκαρίτα Λοζάνο
Υπόθεση:
Η νεαρή Βιριδιάνα έχει διαλέξει μία ζωή σύμφωνη με το γράμμα του Θεού της. Η διαδρομή της μέσα στη ζωή δεν νοείται να αποκλίνει από τις θεϊκές οδηγίες. Βέβαια, ο κόσμος μέσα στον οποίο κινείται δεν μοιράζεται τις ίδιες αγνές προθέσεις. Λίγο πριν αφοσιωθεί επίσημα στον Θεό, επισκέπτεται τον μοναδικό συγγενή της, ένα χήρο θείο. Ο καταθλιπτικός μεσήλικας με τις κρυφές, φετιχιστικές συνήθειες θα επιχειρήσει να την κάνει δική του για πάντα. Πνιγμένος από τις ενοχές και την αυτό-λύπηση, ο άνδρας θα αφήσει όλη του την περιουσία στην μακρινή ανιψιά. Η Βιριδιάνα θα βρει τώρα έναν καλύτερο τρόπο να υπηρετήσει τον Κύριό της: θα μαζέψει όλους τους ζητιάνους της πόλης μέσα στην πολυτελή έπαυλη. Ταυτόχρονα, ο γοητευτικός μοναχογιός του θανόντος, θα εγκατασταθεί στην οικογενειακή κατοικία. Η σαρκοφάγα απληστία των ευνοούμενων και ο ακόμα πιο επικίνδυνος πόθος του νέου, θα εκθέσουν τις υψηλές ιδέες της γυναίκας στην φτηνή πραγματικότητα. Μέχρι το τέλος, η Βιριδιάνα θα εξακολουθήσει να αποποιείται την ευτυχία, την επιλογή και την ελευθερία και θα περιφέρεται με το ακάνθινο στεφάνι πάνω στην ξανθή της κόμη. Φυσικά, κανένας Θεός δεν θα προθυμοποιηθεί να την σώσει από τον αληθινό κόσμο.
Viridiana
5 / 5 Βιριδιάνα
Σινεφίλ 1961 | Ασπρόμ. | Διάρκεια: 90′
Ισπανική ταινία, σκηνοθεσία Λουίς Μπουνιουέλ με τους: Σιλβάνα Κορσίνι, Σίλβια Πινάλ, Φερνάντο Ρέι, Φράνσισκο Ραμπάλ, Κριστιάν Βαντίμ, Μαργκαρίτα ΛοΘάνος
Η δόκιμη μοναχή Βιριδιάνα επισκέπτεται τον θείο της, ο οποίος αποπειράται να τη βιάσει και αυτοκτονεί. Εκείνη, γεμάτη τύψεις, εγκαταλείπει το μοναστήρι και αφιερώνεται σε αγαθοεργίες.
Συνοπτική κριτική (Αθηνόραμα)
Οι καλές προθέσεις, και δη οι χριστιανικές, δεν εγγυώνται ποτέ και το καλό αποτέλεσμα, όπως αποδεικνύει με αυτήν την έξοχα «βέβηλη» ταινία του ο μέγας σουρεαλιστής, ξεσηκώνοντας μετά τη βράβευσή του με Χρυσό Φοίνικα στις Κάνες την οργή του Βατικανού και του φρανκικού καθεστώτος – το φιλμ προβλήθηκε στην Ισπανία μόλις το 1977! Η βαθιά ειρωνεία που διατρέχει κάθε πλάνο και οι πικρές υπαρξιακές διαπιστώσεις της σκληρής αυτής σάτιρας παραμένουν αξεπέραστες, όπως και η σκηνή-σοκ του «Μυστικού Δείπνου».
Βιριδιάνα
Viridiana
Λουίς Μπουνιουέλ
ΚΡΙΤΙΚΗ 22 ΑΥΓ 2011
10 στα 10
Δεν υπάρχει τίποτα βλάσφημο, αιρετικό και προκλητικό στο αριστούργημα του Λουίς Μπουνιουέλ. Υπάρχει μόνο μια ταινία τόσο μοντέρνα, τόσο διαχρονική και τόσο δυνατή που μπροστά της ωχριά ακόμη και ο τεράστιος μύθος που την ακολουθεί.
Ο Φερνάντο Ρέι κάνει το Βατικανό να βγει από τα ρούχα του!
Η νεαρή Βιριδιάνα έχει διαλέξει μία ζωή σύμφωνη με το γράμμα του Θεού της. Η διαδρομή της μέσα στη ζωή δεν νοείται να αποκλίνει από τις θεϊκές οδηγίες. Βέβαια, ο κόσμος μέσα στον οποίο κινείται δεν μοιράζεται τις ίδιες αγνές προθέσεις. Λίγο πριν αφοσιωθεί επίσημα στον Θεό, επισκέπτεται τον μοναδικό συγγενή της, ένα χήρο θείο. Ο καταθλιπτικός μεσήλικας με τις κρυφές, φετιχιστικές συνήθειες θα επιχειρήσει να την κάνει δική του για πάντα. Πνιγμένος από τις ενοχές και την αυτό-λύπηση, ο άνδρας θα αφήσει όλη του την περιουσία στην μακρινή ανιψιά. Η Βιριδιάνα θα βρει τώρα έναν καλύτερο τρόπο να υπηρετήσει τον Κύριό της: θα μαζέψει όλους τους ζητιάνους της πόλης μέσα στην πολυτελή έπαυλη. Ταυτόχρονα, ο γοητευτικός μοναχογιός του θανόντος, θα εγκατασταθεί στην οικογενειακή κατοικία. Η σαρκοφάγα απληστία των ευνοούμενων και ο ακόμα πιο επικίνδυνος πόθος του νέου, θα εκθέσουν τις υψηλές ιδέες της γυναίκας στην φτηνή πραγματικότητα. Μέχρι το τέλος, η Βιριδιάνα θα εξακολουθήσει να αποποιείται την ευτυχία, την επιλογή και την ελευθερία και θα περιφέρεται με το ακάνθινο στεφάνι πάνω στην ξανθή της κόμη. Φυσικά, κανένας Θεός δεν θα προθυμοποιηθεί να την σώσει από τον αληθινό κόσμο.
Χαρακτηρισμοί όπως βλάσφημος, αιρετικός, προκλητικός μοιάζουν πλέον με καραμέλα στο στόμα όταν αναφέρεται κάποιος στον Λουίς Μπουνιουέλ. Κλισέ ορισμοί στο λήμμα του ονόματος του σε όλα ανεξαιρέτως τα λεξικά της κινηματογραφικής ιστορίας. Λέξεις που στην εποχή τους ανέβασαν τις μετοχές του Ισπανού δημιουργού στην διεθνή κινηματογραφική ελίτ, αλλά ταυτόχρονα λίγο έλειψε να υποβιβάσουν το έργο του στις διαστάσεις ενός φτηνού αισθησιασμού.
Και αν υπάρχει μια ταινία που συνοψίζει το μύθο που χτίστηκε γύρω από τον Μπουνιουέλ (και θα τον ακολουθεί για πάντα), αυτή είναι σίγουρα η «Βιριδιάνα».
Γυρισμένη το 1961, με τις ευλογίες του Φράνκο, η ιστορία μιας «αγίας» της διπλανής πόρτας ήταν η πρώτη ταινία που θα γύριζε ο Μπουνιουέλ στην πατρίδα του, την Ισπανία, μετά από χρόνια εξορίας στην Αμερική και το Μεξικό. Και ήταν αρκετή για να φτάσει (φυγαδευμένη) μέχρι τις Κάννες και να κερδίσει το Χρυσό Φοίνικα, να απαγορευτεί στην Ισπανία μέχρι και το 1977, να αφοριστεί από το Βατικανό. Ολα δηλαδή όσα χρειάστηκε το μπουνιουελικό έργο για να βρει την ταυτότητα του και ακριβώς ό,τι χρειαζόταν ο Μπουνιουέλ για να βρεθεί πρώτος στη λίστα των μεγάλων «αιρετικών» του σινεμά.
Ναι, η «Βιριδιάνα» χαρακτηρίστηκε εκ των πραγμάτων ως ένα «αιρετικό» έργο. Η επίθεση της σε οτιδήποτε μπορεί σήμαινε στην εποχή της ή και σήμερα η έννοια της «χριστιανικής ηθικής» είναι κατεδαφιστική. Και το κατηγορώ που εξαπολύει στην αναλγησία της κοινωνίας των ανθρώπων είναι εκκωφαντικό. Κάθε της πλάνο, κάθε αντικείμενο – σύμβολο που από το τίποτα αναλαμβάνει πρωταγωνιστικό ρόλο, κάθε βλέμμα των ηρώων της, κάθε σκηνή και κάθε επόμενη σκηνή (σε μια αλληλουχία όμοια με μια κάθοδο στην κόλαση), όλα βρίσκονται εκεί για να ισοπεδώσουν τον κόσμο όπως τον ξέραμε ή όπως νομίζαμε ότι τον γνωρίζουμε.
Μακριά από την εποχή της δημιουργίας της, μπορείς πλέον να αντιληφθείς γιατί κανείς δεν πίστεψε ποτέ τον Μπουνιουέλ όταν δήλωνε πως η «Βιριδιάνα» είναι μια απλή και συνηθισμένη καθημερινή ιστορία. Η είσοδος στην δεκαετία του ’60 ζητούσε απεγνωσμένα την αμιφσβήτηση, ψοφούσε για κάθε είδους αντίθεση στις προκαθορισμένες νόρμες, αν δεν έβρισκε την «πρόκληση» τολμούσε μέχρι και να την εφεύρει. Και ο Μπουνιουέλ υπήρξε κάτι περισσότερο από γενναιόδωρος.
Ο φετιχισμός του Φερνάντο Ρέι, ο σταυρός που κρύβει μέσα του ένα μαχαίρι, τα δεμένα σκυλιά που πρέπει να τρέχουν πίσω από ένα κάρο για να μην πνιγούν, η αναπαράσταση του «Μυστικού Δείπνου» του Λεονάρντο Ντα Βίντσι με τους επαίτες στο ρόλο των μαθητών του Χριστού… Η «Βιριδιάνα» είναι γεμάτη από μικρές και μεγάλες προκλήσεις, ενοχλητικές εικόνες, έναν πεσιμισμό στα όρια του μηδενισμού, μια τελετουργική καθαίρεση του «καλού» και την ασφυκτική αποθέωση της ματαιότητας. Μια κωμωδία που στις πιο τραγελαφικές της στιγμές είναι ένα δράμα. Και ένα δράμα που στις πιο σκοτεινές του στιγμές είναι αστείο. Ενα σχεδόν rock ‘n’ roll κινηματογραφικό μανιφέστο για τη λανθάνουσα ενοχή, τον απαγορευμένο έρωτα και την ακόρεστη επιθυμία.
Μια ταινία βλάσφημη, όχι επειδή χλευάζει τα Θεία, αλλά γιατί τολμά να φέρει την «αγιοσύνη» στα μέτρα του ανθρώπου δίνοντας τις σωστές διαστάσεις στην καθημερινή διαδρομή προς το «καθ’ ομοίωσιν».
Μια ταινία αιρετική, όχι επειδή αντιτίθεται στην κρατούσα (ηθική) τάξη των πραγμάτων, αλλά γιατί αρνείται να πατήσει πάνω σε όσα επέβαλλαν αιώνες θρησκευτικής εξουσίας, δηλώνοντας πως το καλό και το κακό δεν είναι παρά δύο πλευρές της ανθρώπινης αδυναμίας.
Μια ταινία προκλητική, όχι επειδή θέλει να προκαλέσει, αλλά επειδή θα μπορούσε αυτούσια να είχε γυριστεί και σήμερα. Χωρίς κανείς να συνειδητοποιήσει πως πενήντα χρόνια μετά τη δημιουργία της αφορά την παρακμή της εποχής μας, περισσότερο ίσως και από τότε που γεννήθηκε στο μυαλό του Λουίς Μπουνιουέλ.
Γράφει ο
Μανώλης Κρανάκης
Ισπανία / Μεξικό, 1961, Ασπρόμαυρο
Παραγωγή: Γκουστάβο Αλατρίστε
Σκηνοθεσία: Λουίς Μπουνιουέλ
Σενάριο: Λουίς Μπουνιουέλ, Χούλιο Αλεχάντρο ντε Κάστρο
Φωτογραφία: Χοζέ Φ. Αγκουάγιο
Μοντάζ: Πέδρο ντε Ρέι
Μουσική: Γκουστάβο Πιταλούγκα
Πρωταγωνιστούν: Σίλβια Πινάλ, Φρανσίσκο Ραμπάλ, Φερνάντο Ρέι, Χοσέ Κάλβο, Μαργαρίτα Λοζάνο
Διάρκεια: 90 λεπτά
Διανομή: Blu Velvet Films
http://flix.gr/
Βιριδιάνα ,
(Viridiana)
Πενήντα χρόνια γιορτάζει φέτος η πολυσυζητημένη ταινία του Μπουνιουέλ και δεν έχει χάσει τίποτα από τον προκλητικό και έξοχα σκωπτικό της χαρακτήρα. Μας το επιβεβαιώνει αυτή την εβδομάδα η ευπρόσδεκτη επανέκδοσή της.
ΜΕ ΑΡΙΣΤΑ ΤΟ ΔΕΚΑ: 9
Δεκατρία χρόνια αφότου εγκατέλειψε την ισπανική γενέτειρά του και άρχισε να σκηνοθετεί για λογαριασμό του μεξικανικού σινεμά, ο Λουίς Μπουνιουέλ δέχτηκε την εγκάρδια πρόσκληση του δικτάτορα Φράνκο και επέστρεψε στη χώρα του, προκειμένου να γυρίσει ανενόχλητος πλέον εκεί τις δημιουργίες που ο ίδιος επιθυμούσε. Σε αντάλλαγμα για την πρόσκληση που έλαβε, ο Μπουνιουέλ γύρισε τη «Βιριδιάνα», ένα δηλητηριώδες γράμμα ενάντια στον αστικό καθωσπρεπισμό, την υποκρισία που κρύβουν πίσω τους οι θεμελιώδεις κοινωνικοί θεσμοί και, κυρίως, την Καθολική Εκκλησία. Η ταινία απαγορεύτηκε αμέσως από την εγχώρια λογοκρισία, καταδικάστηκε ευθύς από το Βατικανό ως «βλάσφημη», κατέληξε να κερδίσει τον Χρυσό Φοίνικα του τότε Φεστιβάλ Καννών και χάρισε στο σινεμά μια από τις πιο διαβόητες σκηνές του: μια χλευαστική αναπαράσταση του «Μυστικού Δείπνου» που ζωγράφισε ο Λεονάρντο Ντα Βίντσι, ερμηνευμένη από εξαθλιωμένους και χυδαίους άστεγους.
Δεν χρειάστηκε την πολυσυζητημένη αυτή σκηνή, ωστόσο, ο Μπουνιουέλ για να προκαλέσει. Από το πρώτο κιόλας ημίωρο του φιλμ, το κοινό των αρχών τού ’60 πρέπει να έμεινε άφωνο παρακολουθώντας μια ενάρετη δόκιμη μοναχή νεαρής ηλικίας να δέχεται τις ερωτικές προτάσεις ενός ηλικιωμένου θείου της, να συμμετέχει απρόθυμα σε ένα φετιχιστικό και άκρως νεκροφιλικό τελετουργικό, να πέφτει παρ’ ολίγο θύμα βιασμού, να φορτώνεται άθελά της τα ενοχικά βάρη μιας αυτοκτονίας και να συνειδητοποιεί σταδιακά, με τον πιο τραυματικό τρόπο, ότι οι χριστιανικές διδαχές με τις οποίες γαλουχήθηκε από μικρή είναι αδύνατο να εφαρμοστούν σε έναν αδυσώπητο κόσμο που δεν φαίνεται να επιφυλάσσει κανέναν χώρο στην καλοσύνη και τη φιλανθρωπία.
Δίνοντας στην ταινία του τον χαρακτήρα μιας ειρωνικότατης παραβολής, ο Μπουνιουέλ χλευάζει μέσω αυτής όχι την ουσία της χριστιανικής ηθικής και διδασκαλίας αλλά την αδυναμία οποιασδήποτε μοντέρνας πίστης να κατανοήσει πραγματικά τις ανάγκες των ανθρώπων που υποτίθεται ότι θέλει να βοηθήσει. Μέχρι το τέλος του φιλμ, όταν η καλοπροαίρετη Βιριδιάνα βιώνει από πρώτο χέρι τη χυδαιότητα και ακαρδοσύνη των φτωχούληδων που έχει συγκεντρώσει γεμάτη φροντίδα κάτω από τη στέγη της, ακούει τους κατανυκτικούς θρησκευτικούς ύμνους του Χέντελ να αντικαθίστανται στο πικάπ από ένα σαχλό ποπ τραγουδάκι που συμβουλεύει να «διώξεις μακριά τις σκοτούρες σου» και αναγκάζεται να εγκαταλείψει οριστικά τον ασκητισμό και την πειθαρχία που είχε επιβάλλει στον εαυτό της, ένας φαύλος κύκλος ανθρώπινης ματαιότητας και ευτέλειας έχει διανύσει ήδη την πορεία του.
Λουκάς Κατσίκας
http://tospirto.net/
Ελευθεροτυπία, Πέμπτη 25 Αυγούστου 2011
Βιριδιάνα
ΚΡΙΤΙΚΗ: ΝΙΝΟΣ ΦΕΝΕΚ ΜΙΚΕΛΙΔΗΣ
Viridiana. Ισπανία, 1961. Σκηνοθεσία: Λουίς Μπουνιουέλ. Σενάριο: Χούλιο Αλεχάντρο, Λουίς Μπουνιουέλ. Ηθοποιοί: Σίλβια Πινάλ, Φρανσίσκο Ραμπάλ, Φερνάντο Ρέι. 90′
Από τα μεγάλα κινηματογραφικά αριστουργήματα, καυστικό σχόλιο πάνω στη θρησκεία και στα θλιβερά αποτελέσματά της, μέσα από την ιστορία μιας νεαρής, πλούσιας κληρονόμου, που αποφασίζει να χρησιμοποιήσει την περιουσία της σε αγαθοεργίες.
Ηρωίδα της ταινίας του Μπουνιουέλ είναι μια δόκιμη μοναχή που, με την περιουσία του νεκρού θείου της, αποφασίζει να συντηρήσει μια ομάδα φτωχών και ανάπηρων ζητιάνων, αποσκοπώντας, με την αγαθοεργία της, να βρει τον δρόμο της σωτηρίας. Οι ζητιάνοι όμως εκμεταλλεύονται την καλοσύνη της και, όταν τους δίνεται η ευκαιρία, μετατρέπουν ένα φαγοπότι σε οργιαστικό γλέντι, ενώ, όταν εμφανίζεται η ίδια η Βιριδιάνα, τη βιάζουν. Και τότε μόνο είναι που η αθώα Βιριδιάνα ανακαλύπτει τον πραγματικό εαυτό της και αρχίζει να αισθάνεται φυσιολογική γυναίκα, με όλες τις αδυναμίες και τα προτερήματά της.
Μέσα από την ιστορία αυτή, ο Μπουνιουέλ μάς παρουσιάζει ένα ταμπλό τής τότε (υπό το Φρανκικό καθεστώς) ισπανικής κοινωνίας, που θυμίζει τους εφιαλτικούς πίνακες ενός Γκόγια. Η φτώχεια, η μιζέρια, η αμάθεια, ο έρωτας και οι απωθημένες επιθυμίες των αστών καταγράφονται από τον σκηνοθέτη της «Χρυσής εποχής» με μια δύναμη που συγκλονίζει. Η σκηνή του οργίου των ζητιάνων – με μουσική υπόκρουση το «Αλληλούια» του Χέντελ – είναι από τις πιο συνταρακτικές σκηνές που μας έδωσε ο παγκόσμιος κινηματογράφος. Οπως και πρωτύτερα στον «Ναζωραίο», ο Μπουνιουέλ μάς λέει πως η αγαθοεργία δεν χρησιμεύει στον άνθρωπο. Η θρησκεία είναι η αιτία που δημιουργούνται στον άνθρωπο οι αναχρονιστικές του αντιλήψεις, η απέχθειά του για τον πραγματικό, τον μεγάλο έρωτα (ο Μπουνιουέλ, όπως και οι άλλοι σουρεαλιστές, πίστευε στον amour fou, δηλαδή στον «τρελό έρωτα»), η αντίληψη της αμαρτίας και η υποταγή. Μια ταινία που κάθε φορά που τη βλέπεις έχει και κάτι καινούργιο να σου προσφέρει.
http://www.enet.gr/?
Τρίτη 18 Mαΐου 2010
Ο Luis Bunuel υπήρξε ένα από τα μεγαλύτερα κεφάλαια του παγκόσμιου κινηματογράφου. Το σινεμά του χαρακτηρίστηκε ως αναρχικό, και διακατέχεται από ένα πνεύμα αμφισβήτησης προς τους θεσμούς και τα λοιπά κοινωνικά επινοήματα της εποχής του. Το όνομα του είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με το σουρεαλισμό. Αν επιθυμούμε να δούμε το σουρεαλισμό ως κίνημα, υπήρξε ιδρυτικό στέλεχός του. Αν και κατά τη γνώμη του γράφοντος, ο σουρεαλισμός αποτελεί κάτι ευρύτερο από ένα κίνημα ή ένα ρεύμα. Ο σουρεαλισμός για τον Luis Bunuel δεν είναι μια αισθητική επιλογή, αλλά μια αναγκαιότητα που υπαγορεύεται από τη φύση του έργου του. Δηλαδή, την ανάγκη να περιγράψει την πραγματικότητα με την ακρίβεια του εξωπραγματικού: απαλλαγμένη από το κοινότυπο.
Θα μπορούσαμε να πούμε ότι ο Luis Bunuel υπήρξε γόνος της φιλοσοφίας του Νίτσε, η οποία στέκεται ενάντια στους κοινωνικούς θεσμούς που στρεβλώνουν την ανθρώπινη νόηση, μεταξύ άλλων και της χριστιανικής ηθικής. Η Viridiana είναι η κατ`εξοχήν ταινία εναντίωσης στη χριστιανική ηθική της περιόδου του Καθολικισμού. Δεν είναι ένα εμπαθή δοκίμιο αθεΐας, αλλά η καταγραφή της παραδοξότητας με την οποία χειρίζεται η θρησκεία, σε εγκόσμιο επίπεδο, τις έννοιες αιτίου-αποτελέσματος, επιφέροντας και την ανάλογη πνευματική στρέβλωση στο ποίμνιο. Σε ένα απλουστευτικό παράδειγμα, η εκκλησία υποστηρίζει ότι ο άνθρωπος εκφυλίζεται από τις αμαρτίες του. Στην αντίπερα όχθη, ο Bunuel και ο Νίτσε (μπορείτε να δείτε χαρακτηριστικά το Λυκόφως Των Ειδώλων) υποστηρίζουν πως ο άνθρωπος δύναται να διαπράξει «αμαρτίες» όταν έχει εκφυλιστεί. Βέβαια τόσο ο Bunuel, όσο και ο Νίτσε, αποφεύγουν να χρησιμοποιούν έντονα χρωματισμένες λέξεις όπως αυτή της αμαρτίας. Και αυτό διότι τίθενται ενάντια στις συγκεκριμένες πεποιθήσεις και αντιλήψεις βάσει των οποίων κρίνουμε αυθαίρετα τα φαινόμενα, καθώς θεωρούν τον άνθρωπο αναπόσπαστο και αναγκαίο τμήμα του σύμπαντος, και φρονούν πως καμία δύναμη δε μπορεί να κρίνει, να φυλλομετρήσει και να δικάσει αυτό το σύμπαν.
Πρωτού όμως επιστρέψουμε στο εννοιολογικό υπόβαθρο της ταινίας, ας πούμε δυο λόγια για την υπόθεση. Το αγγελικό όνομα του τίτλου αντιστοιχεί σε κάποια μοναχή (Silvia Pinal). Όταν θα επισκεφτεί το θείο της, ένα αναπάντεχο συμβάν της απαγορεύει συνειδησιακά, να επιστρέψει στον οίκο του θεού. Ωστόσο, ακολουθεί την έτερη οδό των αγαθοεργιών για να δοξάσει τον Κύριο και να εκφράσει την πίστη της. Προς έκπληξή της όμως, οι άποροι που στεγάζει, φέρονται καταχρηστικά στη γενναιοδωρία της, κλονίζοντας έτσι την πίστη της.
Ο Bunuel στη φιλμογραφία του έχει υπονομεύσει τη μπουρζουαζία, την πορνεία, τον μοναχισμό, τους άπορους, το προλεταριάτο, την αριστοκρατία καθώς και άλλες πτυχές του εγκόσμιου βίου. Ωστόσο, δε στρέφεται ποτέ κατά των ηρώων του. Αρνείται να τους κρίνει ατομικά. Δεν ευθύνονται αυτοί για τα κοινωνικά επινοήματα που στρεβλώνουν την ανθρωπότητα. Είναι απλά τα αποτελέσματα της στρέβλωσης που επιφέρουν τα κοινωνικά επινοήματα πάνω τους. Όπως προείπαμε, ο Bunuel αποφεύγει να χρωματίσει τα αποτελέσματα, τους χαρακτήρες του δηλαδή. Τους παραθέτει, ως αποτελέσματα, με σκοπό να ακολουθήσουμε στοχαστικά τα βαθύτερα αίτια που τους μορφώνουν και που τους καθοδηγούν.
Το ίδιο συμβαίνει και στην εν λόγω ταινία, η οποία είναι μάλλον μία από τις χαρακτηριστικές ταινίες του μεγάλου δημιουργού. Κατά τη χριστιανική ηθική η πρωταγωνίστρια Viridiana είναι ενάρετη, διότι προβαίνει σε αγαθοεργίες. Κατά τον Bunuel δεν ισχύει αυτό. Αρνείται να κρίνει φτηνά την ηρωίδα, και τον κάθε ήρωα. Κατά τον Bunuel η Viridiana προβαίνει σε αγαθοεργίες επειδή είναι θρήσκα. Οι πράξεις της δηλαδή είναι το αποτέλεσμα της επίδρασης του αιτίου της πίστης. Αντίστοιχα, κατά τη χριστιανική ηθική οι άποροι θα χαρακτηρίζονταν ως άξεστοι και αχάριστοι, αφού καταχρώνται την ευσπλαχνία των άλλων. Κατά τον Bunuel όμως, οι άνευ τρόπων πράξεις των άπορων είναι πέρα για πέρα φυσικές, και υπαγορεύονται από την μακροήμερη συγκατοίκησή τους με τη βιωμένη καταπίεση και την εξαθλιωμένη ζωή των δρόμων. Ομοίως και με τον θείο. Για τη χριστιανική ηθική ο θείος είναι ένας άξεστος αιμομίκτης. Για τον Bunuel οι πράξεις του θείου είναι απλά το αποτέλεσμα που προκαλεί πάνω του η επίδραση του χρόνιου μοναχικού βίου. Και ούτω καθεξής. Ιδού λοιπόν το παράδοξο στη νοητική χρήση της αντεστραμμένης σχέσης αιτίου-αιτιατού που παρουσιάζει στοχαστικά ο Bunuel.
Ασφαλώς και η ταινία του Bunuel ασκεί δριμεία κριτική στην κληρική πραγματικότητα. Άλλωστε μέσα στην ταινία θα παρατηρήσουμε πολυάριθμους βανδαλισμούς εις βάρος χριστιανικών συμβόλων-σημαιών, όπως είναι το ακάνθινο στεφάνι ή ο σταυρός. Ώσπου φτάνουμε στο αποκορύφωμα της χλεύης, με το κάτι σαν «Μυστικός Δείπνος», υπό την ηχητική υπόκρουση του «Αλληλούια», η οποία κλόνισε μάλιστα τους θρησκευτικούς κύκλους, όπου και αν προβλήθηκε η ταινία. Είναι σαφής η πρόθεση του Bunuel να κατακρημνίσει το χριστιανικό οικοδόμημα από το συνειδητό των θεατών, επικαλούμενος τα όσα προαναφέρθηκαν.
Υπό αυτό το πρίσμα, στο εκπληκτικό φινάλε, η πρωταγωνίστρια Viridiana ματαιώνεται, και μαζί της ματαιώνεται η «ιδέα» της πίστης. Ωστόσο, αντί η Viridiana να απελευθερωθεί απτο κοινωνικό επινόημα της θρησκείας, στρέφεται προς ένα άλλο επινόημα. Αυτό της μπουρζουαζίας και της αριστοκρατίας, καθώς η χαρτοπαιξία αποτελεί δυνητικό αρωγό της κοινωνικοποίησής της. Και ο δαιμόνιος Bunuel, έναν χρόνο αργότερα, με τον εξίσου εκπληκτικό "Εξολοθρευτή Άγγελο" και με την ίδια πρωταγωνίστρια (Silvia Pinal), θα ασκήσει ακόμα μια αιχμηρή κριτική, αυτή τη φορά προς την αριστοκρατία. Εκκινώντας δηλαδή, απ το σημείο που κλείνει η Viridiana.
Βαθμολογία: 10/10 Stars10/10 Stars10/10 Stars10/10 Stars10/10 Stars10/10 Stars10/10 Stars10/10 Stars10/10 Stars10/10 Stars (10/10)
Cineυρωπαϊκόν (Γιώργος Ευθυμίου)
http://cine.gr/
VIRIDIANA (1961), του Luis Bunuel
«Σε έναν κόσμο τόσο άσχημο όσο ο δικός μας, ο μόνος δρόμος είναι η επανάσταση», δήλωνε κάποτε ο Luis Bunuel. Κι αν στις μέρες μας το όνομά του συνδέεται αυτόματα με το κίνημα του σουρεαλισμού, μια επαναπροβολή των ταινιών του μας πείθει πως για τον Ισπανό σκηνοθέτη τα διάφορα ρεύματα δεν ήταν αυστηρά προσδιοριστικές ετικέτες, αλλά τα όπλα που κάθε φορά θα διάλεγε για να οργανώσει το επόμενό του τρομοκρατικό χτύπημα. Ως αυθεντικός αναρχικός, με κάθε του φίλμ επιθυμούσε να τσακίσει την αυτοπεποίθηση και την αλαζονεία της άρχουσας τάξης. Η αστική απάθεια και η θρησκευτική υποκρισία δέχονταν τα δηλητηριώδη βέλη της ειρωνείας του, άλλοτε έκδηλα κι άλλοτε με έναν τρόπο υπόγειο μα παραδόξως πιο ευθή στις συνειδήσεις και το θυμικό των θεατών. Εξέχων εκπρόσωπος της δεύτερης κατηγορίας είναι, φυσικά, η Βιριδιάνα.
Έχοντας ήδη προκαλέσει σάλο με τον Ανδαλουσιανό Σκύλο και τη Χρυσή Εποχή, ο Bunuel δεν είχε άλλη επιλογή από το να εγκαταλείψει την πατρίδα του άμα την άνοδο του φασιστικού καθεστώτος. Περνώντας από τη Γαλλία, έφτασε στο Μεξικό όπου και διέμεινε σχεδόν τριάντα χρόνια. Με το Los Olvidados (1950) ξεκινά μια υπερπαραγωγική δεκαετία χάρη στην οποία αναγνωρίζεται από τους κριτικούς και το σινεφίλ κοινό ως ο κορυφαίος Ισπανόφωνος σκηνοθέτης. Έτσι, στις αρχές της επόμενης δεκαετίας, ο Φράνκο θα κάνει το λάθος να του ζητήσει να επιστρέψει. Στα μάτια του δικτάτορα και της «αυλής» του, το σενάριο της Βιριδιάνα ήταν ένας ύμνος στο χριστιανικό τρόπο ζωής (ας σημειωθεί εδώ η στήριξη που παρείχε το Βατικανό στους Ισπανούς φασίστες). Όταν αντίκρισαν το έργο, σοκαρίστηκαν. Ήταν πλέον αργά: ο Bunuel και η ταινία του φυγαδεύτηκαν στη Γαλλία, όπου και βραβεύτηκαν στις Κάννες. Ο σπουδαίος αυτός καλλιτέχνης είχε σημειώσει μια μεγαλειώδη νίκη.
Η απλότητα του φιλμ καθιστά πρακτικά αδύνατη την οποιαδήποτε περιγραφή του – είναι μια εμπειρία που πρέπει να βιωθεί. Μισό αιώνα μετά τη δημιουργία του, το δέος που προκαλούν οι σκηνές του δεν έχει υποχωρήσει καθόλου. Κι ας έχουν γραφτεί αναλύσεις επί αναλύσεων για τον καίριο τρόπο με τον οποίο ο Bunuel επιχειρεί εδώ μια υπολογισμένη απομυθοποίηση των βασικών χριστιανικών συμβόλων – τόσο στις εικόνες του (ο σταυρός ως θήκη για μαχαίρι, το ακάνθινο στεφάνι που φλέγεται μαζί με τα άλλα απορρίμματα, η προσευχή που συγχρονίζεται με την εργασία) όσο και σε ένα επίπεδο θεματικό. Η αγιότητα και η χριστιανικής φύσεως φιλανθρωπία βρίσκονται εδώ στο επίκεντρο του σαρκασμού. Οι μέθοδοι που η οργανωμένη θρησκεία εφευρίσκει για την κατά μόνας ευτυχία, την εξασφάλιση του ατομικού μας παραδείσου, καταρρέουν κάτω από τον σάπιο σώμα της κυρίαρχης κοινωνίας μας. Η συλλογική παρακμή δε διασώζεται από μία ηθική ατομική, ειδικά αν η τελευταία είναι έξωθεν επιβεβλημένη υπό την απειλή βούρδουλα, εξορίας ή …της κολάσεως.
Η πτώση της Βιριδιάνα από τον (επίπλαστο) ουρανό της αγιοσύνης της στη βυθισμένη στην αμαρτία πραγματικότητα που γνωρίζει στην έπαυλη του θείου της, Δον Χάιμε, δεν μαρτυρά μια διάθεση μισανθρωπική εκ μέρους του Bunuel, όπως κάποιος βιαστικά θα μπορούσε να συμπεράνει. Το αντίθετο, άλλωστε, αποδεικνύεται από τις γενναίες δόσεις χιούμορ και τη γεμάτη ζωντάνια σκιαγράφηση του μικρόκοσμου των ζητιάνων. Μέσα από την μετάλλαξη της κεντρικής του ηρωίδας, ο Ισπανός μαέστρος επιδιώκει να ξεμπροστιάσει τη φενάκη του ατομικού ιδεαλισμού, της ιδεολογίας εκείνης που μας προτρέπει να κοιτάμε τη βόλη μας και να σώζουμε την πάρτη μας η οποία, κάλλιστα, μπορεί να ενδύεται τη στολή της αγαθοεργίας. Η συλλογική αποτυχία αυτής της επιλογής δεν θα μπορούσε να εικονογραφηθεί πιο εύστοχα από μια σκηνή στο μέσο της ταινίας: προκειμένου να το σώσει, ο Χόρχε επιλέγει να αγοράσει ένα σκυλί που ταλαιπωρείται δεμένο σε ένα κάρο. Η κάμερα θα κινηθεί προς τα αριστερά για να φανεί ένα άλλο κάρο να περνάει κι ένα ολόιδιο σκυλάκι να σέρνεται από πίσω του…
Πριν φτάσουμε στο ντελιριακό φινάλε όπου οι ζητιάνοι πέρνουν το πάνω χέρι (κι όπου θα συναντήσουμε την πολυδιαφημισμένη, βλάσφημη αναπαράσταση του Μυστικού Δείπνου), ο Bunuel μας έχει βυθίσει σε μια μυστηριακή μα νοσηρή ατμόσφαιρα σεμιναριακού επιπέδου. Το πρώτο μισό του φιλμ, αναπόφευκτα παραγνωρισμένο, είναι μια αριστοτεχνική άσκηση ύφους, ένα σεξουαλικά φορτισμένο θρίλερ που ο Polanski θα ζήλευε θανάσιμα και που συγγενεύει πρόδηλα με τις εμμονές του Hitchcock (για παράδειγμα το θέμα της ομοιότητας και της αντικατάστασης ανάμεσα σε δύο ξανθιές γυναίκες). Όπως και σε προηγούμενες ταινίες του Ισπανού, το βλέμμα της κάμερας ανήκει στον αντρικό πόθο και η γυναίκα μετατρέπεται σε ερωτικό αντικείμενο, ακόμα κι αν είναι επίδοξη καλόγρια όπως η ηρωίδα της γοητευτικής Silvia Pinal. Υπόνοιες νεκροφιλίας, βιασμού και σεξουαλικών συνευρέσεων (όπως το άρμεγμα της αγελάδας…) προσδίδουν ήδη από τα πρώτα λεπτά στην ταινία την «κατηγορία» της βλασφημίας. Μετά τη ξεσηκωτική κλιμάκωση, η Βιριδιάνα αποκτά τη θέση της στο συνολικό έργο του Bunuel: ένα κάλεσμα σε επανάσταση, μία δήλωση πολιτική κι ερωτική.
Αχιλλέας Παπακωνσταντής
http://filmgaze.blogspot.gr/
Κυριακή 4 Αυγούστου 1996 ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Μπουνιουέλ και Βιριδιάνα
Μια καθαρά ισπανική και προσωπική ταινία, γύρισε ο Λουίς Μπουνιουέλ το 1961. Πρόκειται για την ταινία του «Βιριδιάνα», που θα προβληθεί από την Κινηματογραφική Λέσχη του πρώτου κρατικού καναλιού. Ο μεγάλος Ισπανός σκηνοθέτης, γεννημένος το 1900 στο χωριό Καλάντα, έζησε τα παιδικά του χρόνια κάτω από μια σκληρή καταπίεση και θρησκευτική διαπαιδαγώγηση, η οποία εκφράζεται καυστικά και μέσα από τα έργα του. Με τον Σαλβατόρ Νταλί, θα γράψουν το σενάριο της ταινίας «Ανδαλουσιανός σκύλος», ενώ το 1930 θα γυρίσει μόνος του τη «Χρυσή εποχή». Το 1932 θα γυρίσει το ντοκιμαντέρ «Γη χωρίς ψωμί», ενώ μετά από αυτό δε βρίσκει χρηματοδότη για τις ταινίες του. Το 1947 θα εγκατασταθεί στο Μεξικό και εκεί θα αρχίσει να γυρίζει ταινίες, που δεν έχουν μεγάλο κόστος. Στην πορεία θα δημιουργήσει ταινίες που σφράγισαν την ιστορία της έβδομης τέχνης.
Η «Βιριδιάνα» είναι η πρώτη ταινία που γυρίζει ο Μπουνιουέλ στην Ισπανία, μετά από απουσία 23 χρόνων από την πατρίδα του. Ο ίδιος ο Μπουνιουέλ, μιλώντας για τη Βιριδιάνα, αναφέρει ότι είναι μια «πολύ ισπανική ταινία» και πως πιστεύει ότι σ’ αυτήν περιέχονται τα περισσότερα από τα στοιχεία που τον «καίνε» και «τρέφουν το ενδιαφέρον» του. Η Βιριδιάνα, όπως εξηγεί ο ίδιος ο σκηνοθέτης, είναι μια σχεδόν άγνωστη αγία, που έζησε την ίδια εποχή με τον Αγιο Φραγκίσκο της Ασίζης. Η Βιριδιάνα στην ταινία είναι μια δόκιμη καλόγρια. Και αυτό γιατί ο Μπουνιουέλ πίστευε πως μια τέτοια γυναίκα θα πρέπει να παραμείνει ανέγγιχτη. Η Βιριδιάνα αναγκάζεται να επισκεφθεί για τελευταία φορά, πριν κλειστεί στο μοναστήρι, το μοναδικό συγγενή της, που μετά το θάνατο της γυναίκας του ζει μόνος του σ’ ένα κτήμα. Η Βιριδιάνα μοιάζει καταπληκτικά με την πεθαμένη σύζυγό του. Μπροστά σ’ αυτή την ομοιότητα, ο θείος της την ερωτεύεται, αλλά εκείνη δε θέλει να ζήσει μαζί του. Κάποια νύχτα, όμως, την πείθει να φορέσει το νυφικό της γυναίκας του και με τη βοήθεια της υπηρέτριάς του, ρίχνει υπνωτικό στον καφέ της νεαρής κοπέλας. Την άλλη μέρα, της λέει ψέματα ότι τη βίασε. Η Βιριδιάνα, τη στιγμή που αποφασίζει να απομακρυνθεί, μαθαίνει ότι ο θείος της κρεμάστηκε από ένα δέντρο. Για να εξιλεωθεί, πιστεύοντας ότι αυτή είναι η αιτία της πράξης του θείου της, γυρίζει στο κτήμα και κάνει τα πάντα για να βοηθήσει τους φτωχούς, τους οποίους μαζεύει στο σπίτι της. Κάποια μέρα, όμως, που η Βιριδιάνα θα λείπει, οι ζητιάνοι θα καταλάβουν το σπίτι της και θα αρχίσουν τη διασκέδαση. Στην πορεία, η Βιριδιάνα θα προσαρμοστεί σε μια πραγματικότητα που δεν την έχει φανταστεί. Ο Μπουνιουέλ, με τη «Βιριδιάνα», απομυθοποιεί τα χριστιανικά σύμβολα και καταρρίπτει τις καταπιεστικές ανθρώπινες δομές. Πρωταγωνιστούν οι Σίλβια Πινάλ, Φρανσίσκο Ραμπά και Φερνάντο Ρέι
Τρίτη, 29 Μαρτίου 2011
Η αθανασία των σκύλων
Στη »Βιριδιάνα», εκτός απ’ την χαώδη ψυχογραφία των μπουνιουελικών ηρώων, δεν περνά απαρατήρητο το περιστατικό μιας σύντομης σκηνής. Ο δον Χάιμε, ο χήρος θείος της δόκιμης μοναχής Βιριδιάνας, μόλις έχει αυτοκτονήσει. Ο γοητευτικός γιος του Χόρχε, επισκέπτεται το μεγάλο αγρόκτημα που κληρονομεί. Λίγες μέρες μετά την άφιξή του, τον βλέπουμε να περπατά σε έναν χωματόδρομο, κοντά στο κτήμα. Ένα κάρο σταματά και αφήνει κάποιον ταξιδιώτη. Στον άξονα των τροχών είναι δεμένος ένας σκύλος που ακολουθεί αναγκαστικά. Ο Χόρχε ενοχλείται από την εικόνα και αγοράζει το σκύλο. Τον βλέπουμε να βαδίζει, κρατώντας τον από το σχοινί, ενώ απ’ την αντίθετη κατεύθυνση πλησιάζει ένα άλλο κάρο που σέρνει, δεμένο απ’ το ίδιο σημείο, έναν σκύλο. Η απογευματινή προβολή στην «Αλκυονίδα» είχε τελειώσει. Ακολουθούσε συζήτηση (συνηθισμένο γεγονός την εποχή της δικτατορίας) ανάμεσα στον μαρξιστή κριτικό του Σύγχρονου κινηματογράφου και το νεανικό κοινό της εποχής, αφοσιωμένο στο σινεμά και στις ιδέες. «Προσέξτε», είπε ο κριτικός. «Η απελευθέρωση ενός σκύλου, όπως βλέπουμε, στην ουσία δεν προσφέρει τίποτε. Αμέσως εμφανίζεται ένας άλλος, πανομοιότυπα δεμένος. Η λύση, καταλαβαίνουμε, αν δεν είναι συλλογική έχει ελάχιστη σημασία. Η ευεργεσία, μας λέει ο Μπουνιουέλ, είναι μάταιη φιλανθρωπία». Όταν, μετά από πολλά χρόνια (1994), παίχτηκε Η λίστα του Σίντλερ, ο μαρξιστής κριτικός δεν ζούσε πια. Οι κινηματογράφοι της δικτατορίας μετέφεραν μόνο σαν ανάμνηση την αποστολική σημασία τους. Η εποχή, τα οράματα και όλα στον κόσμο είχαν αλλάξει. Στο τέλος της ταινίας του Σπίλμπεργκ, ένας Εβραίος που είχε σωθεί χάρις στον βιομήχανο Σίντλερ, του απηύθυνε με ευγνωμοσύνη μια φράση από το Ταλμούδ: «Εκείνος που σώζει έναν άνθρωπο είναι σαν να σώζει τον κόσμο όλο». Τώρα, αυτή η άποψη για τον Έναν ακουγόταν πολύ πιο βαθειά και ανθρώπινη. Μας άγγιζε περισσότερο από το έπος και την οικουμενική σωτηρία. Είχαμε ανακαλύψει την ανεκτίμητη σημασία του προσώπου.
Κώστας Μαυρουδής
Απόσπασμα από την ενότητα «Ιστορίες με σκύλους»
http://costas-mavroudis.blogspot.gr/
Λίγα λόγια για τον Σκηνοθέτη
Λουίς Μπουνιουέλ
Λουίς Μπουνιουέλ (Luis Bunuel Portoles, 22 Φεβρουαρίου 1900 –29 Ιουλίου 1983) ήταν ένας από τους μείζονες σκηνοθέτες τουκινηματογράφου. Συνδέθηκε με το κίνημα του υπερρεαλισμού, ενώ κατόρθωσε με το έργο του να διαμορφώσει ένα προσωπικό κινηματογραφικό ύφος. Πολλές από τις ταινίες του θεωρούνται σήμερα κλασικές. Εκτός από τον » κινηματογραφικό αναρχισμό», ο Μπουνιουέλ είχε επίσης Αναρχικές πεποιθήσεις και στα πολιτικά θέματα, κάτι που μπορεί να αντιληφθεί κάποιος κάλλιστα και από το σύνολο της φιλμογραφίας του.
Ο Μπουνιουέλ γεννήθηκε στην Καλάντα (Calanda) της Ισπανίας, κοντά στην επαρχία της Αραγώνας, το 1900, αν και τα παιδικά του χρόνια τα πέρασε στην πόλη της Σαραγόσα. Ήταν γόνος εύπορης οικογένειας και ανατράφηκε ιδιαίτερα αυστηρά. Είχε την πρώτη του επαφή με τον κινηματογράφο σε ηλικία οκτώ ετών. Την περίοδο 1917-1924 σπούδασε στο πανεπιστήμιο της Μαδρίτης όπου αρχικά –και κατόπιν προτροπής του πατέρα του– στόχευε στην απόκτηση ενός διπλώματος αγρονόμου μηχανικού
Η περίοδος στην Αμερική
Μετά τον Ισπανικό εμφύλιο πόλεμο και την περίοδο 1939-1945 ο Μπουνιουέλ βρέθηκε στις Ηνωμένες Πολιτείες. Για ένα διάστημα εργάστηκε στο κινηματογραφικό αρχείο του Μουσείου Μοντέρνας Τέχνης στη Νέα Υόρκη και αργότερα μετακόμισε στο Χόλλυγουντ όπου συμμετείχε στην παραγωγή ταινιών, μεταφορών γνωστών εμπορικών επιτυχιών στα ισπανικά. Μεταξύ άλλων μικρής αξίας ταινιών, συμμετείχε στη δημιουργία κινηματογραφικών έργων με θέμα τον Ισπανικό Εμφύλιο. Είναι γεγονός πως στο Χόλλυγουντ ο Μπουνιουέλ δεν κατάφερε να οικοδομήσει μία σημαντική καριέρα.
Η περίοδος στο Μεξικό
Την περίοδο 1946-1960, ο Μπουνιουέλ εργάστηκε ως σκηνοθέτης στο Μεξικό. Αρχικά παρακινήθηκε να γυρίσει μία ταινία εκεί από τον παραγωγό Όσκαρ Ντάσινγκερς, υπό τον τίτλο Γκραν Καζινό. Ακολούθησαν άλλες 20 ταινίες, οι οποίες γυρίστηκαν ως επί το πλείστον με περιορισμένα μέσα, χαμηλές αμοιβές, στην ισπανική γλώσσα και σε μικρό χρόνο γυρισμάτων, περίπου είκοσι ημερών. Ο Μπουνιουέλ, ωθούμενος από οικονομική ανάγκη, εργάστηκε συχνά σε θέματα που ο ίδιος δεν είχε επιλέξει, ωστόσο, όπως ο ίδιος παραδέχθηκε, ουδέποτε σκηνοθέτησε μία σκηνή αντίθετη με τις πεποιθήσεις του και την αισθητική του. Η ταινία Ξεχασμένοι από την κοινωνία (Los Olvidados), του 1950, εισέπραξε πολύ θετικές κριτικές στο Φεστιβάλ των Καννών όπου παρουσιάστηκε, ενώ ο Μπουνιουέλ αναγνωρίστηκε ως ένας από τους σημαντικότερους Ισπανούς σκηνοθέτες. Πολλές από τις ταινίες που σκηνοθέτησε στο Μεξικό θεωρούνται σήμερα κλασικές, μεταξύ αυτών ο Εξολοθρευτής Άγγελος (1962), ο Σίμων της Ερήμου (1965) καθώς και η Ναζαρέν (1958).
Η περίοδος στη Γαλλία
Ο Μπουνιουέλ σκηνοθέτησε αρκετές γαλλόφωνες ταινίες στη Γαλλία αμέσως μετά την επιτυχημένη κινηματογραφική παραγωγή του στο Μεξικό. Σε αυτό το διάστημα, δημιούργησε μερικές από τις πιο δημοφιλείς ταινίες του, μεταξύ των οποίων Η ωραία της ημέρας, Το σκοτεινό αντικείμενο του πόθου καθώς και Η κρυφή γοητεία της μπουρζουαζίας. Λιγότερο γνωστές, αλλά εξίσου σημαντικές, ταινίες της ίδιας περιόδου είναι ο Γαλαξίας και το Φάντασμα της ελευθερίας.
Ο Μπουνιουέλ αποσύρθηκε από τον κινηματογράφο το 1977 και στα επόμενα χρόνια ολοκλήρωσε την αυτοβιογραφία του. Πέθανε το 1983 στο Μεξικό από κίρρωση του ήπατος
14 Δεκεμβρίου 2014
Λουίς Μπουνιουέλ: Από τον υπερρεαλισμό στο κοινωνικό σινεμά
Aπό την Αραγονία της Ισπανίας, τη γενέτειρα του, στη Μαδρίτη, κι από κει στο Παρίσι, στο Χόλιγουντ, στο Μεξικό. Ο Λουίς Μπουνιουέλ Πορτολές, άθεος αστικής καταγωγής, εχθρός και επίμονος πολέμιος του συντηρητικού καθωσπρεπισμού, όμοια με κάθε καθαρόαιμο τέκνο της ισπανικής καλλιτεχνικής πρωτοπορίας (vanguardismo 1922 – 1945), οργισμένο νιάτο κατά της μπουρζουαζίας και επίτιμο μέλος της πιο περιώνυμης παρέας σουρεαλιστών της ιβηρικής χερσονήσου, προκάλεσε, απορρίφθηκε, λογοκρίθηκε, βραβεύτηκε και τελικά δικαιώθηκε απόλυτα, μένοντας στην ιστορία ως ένας από τους σημαντικότερους σκηνοθέτες του 20ου αιώνα, πάντα ελεύθερος και αναρχικός ως το κόκαλο.
ΚΕΙΜΕΝΟ: ΝΑΝΣΥ ΑΓΓΕΛΗ
«Η επιστήμη δεν με ενδιαφέρει. Αγνοεί το όνειρο, το τυχαίο, το χαμόγελο, το συναίσθημα και την αντίφαση, πράγματα τα οποία θεωρώ πολύτιμα.»
Λουίς Μπουνιουέλ
Ο πρώτος παγκόσμιος πόλεμος επισφράγισε με τον χειρότερο τρόπο μια εποχή που προοιωνιζόταν «χρυσή». Μια εποχή που με την επιστήμη και την τεχνολογία στο τιμόνι οραματιζόταν μια θέση στο πάνθεον της ιστορίας. Η έντονη αστικοποίηση και τα επιστημονικά άλματα της ιατρικής, κληροδοτήματα του 19ου αιώνα, οδήγησαν στην ανάδειξη της ισχυρότερης τάσης, της επικράτησης της λογικής, η πίστη στην οποία έμελλε να διαψευστεί με τον πιο οδυνηρό τρόπο. Αναζητώντας μια έξοδο από το ψυχολογικό αδιέξοδο, από την φρενήρη αναζήτηση ταυτότητας και συνείδησης που είχε αφήσει πίσω του ο πόλεμος, το κίνημα του σουρεαλισμού έρχεται να επαναστατήσει ενάντια σε κάθε καθιερωμένη ως τότε αξία, ενάντια πάνω απ’ όλα στην ισχύ της λογικής σκέψης, προβάλλοντας μια άλλη λογική: αυτή του παραλόγου.
Το σινεμά δεν θα μπορούσε να μείνει απέξω από αυτήν την επαναστατική αλλαγή. Τα αγαπημένα παιδιά του κύκλου των αβάν-γκαρντ, Μπουνιουέλ και Νταλί, κάνουν την εμφάνιση τους με την πρώτη και μοναδική ταινία στην ιστορία της 7ης Τέχνης που κατάφερε να οπτικοποιήσει απόλυτα τις αρχές του «Μανιφέστο του Σουρεαλισμού» του Αντρέ Μπρετόν. Φυσικά, δεν είναι άλλη από τον «Ανδαλουσιανό Σκύλο». Το 1929, μόλις τρία χρόνια μετά τη θρυλική «Μητρόπολη» του Φριτζ Λανγκ, το «Ο Ανδαλουσιανός Σκύλος», η ταινία- μανιφέστο του υπερρεαλιστικού σινεμά προβάλλεται στο παρισινό σινέ-κλαμπ «Studio des Ursulines» και στο Στούντιο 28 και το πείραμα πετυχαίνει. Οι σουρεαλιστές, χρησιμοποιώντας το υποσυνείδητο, τα όνειρα και φυσικά την καλπάζουσα φαντασία τους, επιδιώκουν την ανατροπή κάθε κλισέ, σπάζοντας κυριολεκτικά τον κρίκο που συνέδεε με τρόπο αδιαμφισβήτητο το ζεύγος σημαίνον – σημαινόμενο. Το φιλμ προκαλεί τις αντιδράσεις της καθεστηκυίας τάξης, τις διαμαρτυρίες του ανυποψίαστου κοινού και τα ενθουσιώδη χειροκροτήματα του κύκλου των υπερρεαλιστών. Κανείς δεν καταλαβαίνει τίποτα από την ταινία, ωστόσο αυτό ακριβώς ήταν ο στόχος: ο θρίαμβος του αλόγου. Όπως θα δήλωνε χρόνια αργότερα, το 1982, ο ίδιος ο Μπουνιουέλ στην αυτοβιογραφία του «Η τελευταία πνοή» («Mi último suspiro»), αναφερόμενος στην ταινία που εγκαινίασε και σημάδεψε ανεξίτηλα τόσο την καριέρα του, όσο και την πορεία του παγκόσμιου σινεμά, ο μοναδικός κανόνας που φρόντισαν να τηρήσουν κατά τη δημιουργία της ήταν να εξοστρακίσουν κάθε ιδέα ή εικόνα η οποία θα μπορούσε να εξηγηθεί, είτε με βάση τη λογική, είτε με βάση την ψυχολογία, είτε με βάση τις πολιτιστικές συνθήκες. Από τότε, η σκηνή κατά την οποία ο Μπουνιουέλ κόβει στα δύο το μάτι μιας γυναίκας θα μείνει μια για πάντα στην ιστορία ως το απόλυτο σύμβολο μιας «νέας ματιάς» της πραγματικότητας. Όσο για τον ίδιο; Εκείνος θα ταξιδέψει, θα δοκιμαστεί και θα γυρίσει μερικές από τις σημαντικότερες ταινίες, παραμένοντας γοητευτικά αντικομφορμιστής. Πρώτος σταθμός: το Μεξικό.
«México, un país naturalmente surrealista»
Η πρώτη επαφή του Μπουνιουέλ με το Μεξικό γίνεται κατά τύχη ως καλεσμένος σ’ ένα φιλικό δείπνο το 1946. Φυσικά έχουν προηγηθεί ταινίες σε Γαλλία και Αμερική και ουκ ολίγες περιπέτειες. Έχει προηγηθεί το σκάνδαλο και τελικά η απαγόρευση της ταινίας «Η χρυσή εποχή» («La edad de oro»), ταινία που διαδέχτηκε ένα χρόνο μετά τον «Ανδαλουσιανό σκύλο» και στάθηκε η αφορμή της ρήξης του με τον αγαπημένο του φίλο Νταλί. Την ίδια τύχη θα είχε τρία χρόνια αργότερα το ντοκιμαντέρ «Hurdes. Tierra sin pan» (μτφ. «Ούρντες. Γη δίχως ψωμί»»γυρισμένο στην περιοχή της Εξτρεμαδούρα της Ισπανίας το 1933 και που αφορούσε την πείνα και τις φριχτές συνθήκες διαβίωσης που επικρατούσαν σε μεγάλο τμήμα της χώρας. Κι αν η τότε κυβέρνηση του ισπανικού κράτους απαγόρευσε την προβολή της ταινίας λόγω της άσχημης εικόνας της χώρας που μετέδιδε, ο εμφύλιος πόλεμος που ξέσπασε λίγα χρόνια μετά τον ανάγκασε να φύγει για την βόρεια Αμερική. Εκεί συνεργάστηκε για βιοποριστικούς λόγους με το μουσείο μοντέρνας τέχνης κι έπειτα με τα στούντιο Γουόρνερ Μπρος μέχρι το 1946 προσαρμόζοντας αμερικάνικες ταινίες στα ισπανικά για την προβολή τους στη Λατινική Αμερική.
Η άφιξη στο Μεξικό σηματοδοτεί μια νέα περίοδο για τον Μπουνιουέλ. Η χώρα αυτή, «σουρεαλιστική εκ φύσεως», τον εμπνέει. Εδώ θα γυρίσει 23 από τις 36 συνολικά ταινίες της καριέρας του. Η καθημερινή ζωή και τα πάθη του κόσμου γίνονται τα κυρίαρχα θέματα των ταινιών αυτών και μια στροφή προς το κοινωνικό σινεμά πραγματοποιείται. Η ως τότε άρνηση του άκρατου υπερρεαλισμού να ενταχθεί στην κοινωνική πραγματικότητα, επιδιώκοντας να προσφέρει μόνο τρόπους διαφυγής από αυτή, δεν τον οδηγεί πουθενά. Μπροστά στις σαρωτικές ιστορικές και πολιτικές εξελίξεις που έφεραν τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, η τέχνη επιβάλλεται να πολιτικοποιηθεί, ο δε σουρεαλισμός να ωριμάσει. Έτσι, από αυτή τη στιγμή και μετά, η κοινωνική κριτική επαναπροσδιορίζει τον υπερρεαλισμό του Μπουνιουέλ και τα ιδεώδη της κομμουνιστικής θεωρίας προς τα οποία είχαν ήδη στραφεί οι σουρεαλιστές της ομάδας του Αντρέ Μπρετόν στις αρχές της δεκαετίας του ’30, αντανακλώνται στις επόμενες ταινίες που θα γυρίσει. Τα πρώτα δείγματα της αλλαγής αυτής φέρει το «Hurdes. Tierra sin pan», ωστόσο λίγο αργότερα, μετά από την αποτυχία του «Gran Casino», το 1946, και το μέτριο «El gran calavera», το 1949 είναι το «Los Olvidados» που θα τον δικαιώσει απόλυτα και θα τον μετατρέψει- παρά τις αρχικές αρνητικές αντιδράσεις που προκάλεσε- εν μία νυκτί από «μαύρο πρόβατο» σε έναν από τους μεγαλύτερους κινηματογραφικούς δημιουργούς του ισπανόφωνου κόσμου, χάρη στην αναγνώριση που θα δεχτεί στο Φεστιβάλ Καννών. «Οι ξεχασμένοι από την κοινωνία», η τρίτη ταινία που γύρισε στο Μεξικό το 1950, στηλιτεύει τη φτώχια και τις συνθήκες διαβίωσης του κοινωνικού περιθωρίου με φόντο την απρόσωπη μητρόπολη της Πόλης του Μεξικού και του χάρισε το βραβείο καλύτερου σκηνοθέτη στο Φεστιβάλ Καννών το 1951. Παντρεύοντας το αστικό μελόδραμα (κινηματογραφικό είδος που άκμαζε στο Μεξικό τις δεκαετίες του ’40 και του ’50 και προέβαλε σκηνοθέτες όπως ο Ισμαέλ Ροντρίγκεθ [Ismael Rodriguez], ο Αλεχάντρο Γκαλίντο [Alejandro Galindo] και ο Εμίλιο Φερνάντεθ [Emilio Fernández]) με σουρεαλιστικά στοιχεία, δημιούργησε σκηνές πραγματικά ποιητικές που αυτή τη φορά απευθύνονταν αλλά και προέρχονταν από το ίδιο το κοινό.
Οι πόρτες ανοίγουν και οι κριτικοί είναι με το μέρος του, αυτό όμως δεν σημαίνει πως η καριέρα του δεν θα δοκιμαστεί ξανά. Τουλάχιστον άλλη μία φορά. Ούτε σημαίνει πως ο ίδιος δε θα τολμήσει στο μέλλον, αναπαυόμενος στις δάφνες του, να αγγίξει θέματα- ταμπού. Να μιλήσει για το σεξ, την υποκρισία της εκκλησίας και τις, διόλου διασκεδαστικές, συμβάσεις που επιβάλλει. Τουλάχιστον άλλες τρεις φορές.
«Είμαι άθεος, με τη χάρη του Θεού»
Το 1958, η ταινία «Nazarín», βασισμένη στο μυθιστόρημα του Πέρεθ Γκαλντός, βραβεύεται με το Διεθνές Βραβείο του Φεστιβάλ Καννών και παραλίγο να πάρει το βραβείο της «Oficina Internacional Católica de cine», της «Οικουμενικής Επιτροπής» που στηρίζεται από την Καθολική και Προτεσταντική Εκκλησία. Ο Μπουνιουέλ δηλώνει στον Tύπο: «Αν μου το είχαν δώσει, θα είχα αναγκαστεί να αυτοκτονήσω. Παραμένω άθεος, με τη χάρη του Θεού». Ο αιρετικός σκηνοθέτης ξαναχτυπά, αυτή τη φορά, αν και απαρνούμενος την χριστιανική πίστη, με έναν ήρωα υπόδειγμα αυτής, έναν μεταγενέστερο Ναζωραίο, τον οποίο ακολουθούν ως μαθήτριες του, μια πόρνη και μια δυστυχισμένη νεαρή γυναίκα. Το αμφίσημο τέλος της ταινίας και οι σουρεαλιστικές στιγμές, όπως σε μια σκηνή η εικόνα του Ιησού που χαμογελά διάπλατα, την έχουν κατατάξει σε μια από τις πιο χαρακτηριστικές μπουνιουελικές δημιουργίες, η οποία αν και αγγίζει θέματα «ιερά» μπορεί να είναι ταυτοχρόνως σουρεάλ.
Δεν είναι, ωστόσο, αυτή η πρώτη φορά που ο Μπουνιουέλ καταπιάνεται με το θέμα της ηθικής και της αρετής. Αν και όχι τόσο στενά συνδεδεμένο με τη Χριστιανική πίστη, το «Η εγκληματική ζωή του Αρτσιμπάλντο Ντε Λα Κρουζ» («Ensayo de un crimen») του 1955 είναι η τραγελαφική ιστορία ενός ανθρώπου διχασμένου ανάμεσα σε μια ζωή φανταστική, ηδονικά αμαρτωλή, και στην πεζή πραγματικότητα.
Ο κύκλος της αμαρτίας κλείνει με το «Viridiana» το 1961, μια ταινία που γυρίστηκε στην Μαδρίτη το διάστημα που ο Μπουνιουέλ ζούσε ακόμα στο Μεξικό και αν και βραβεύτηκε από το Φεστιβάλ Καννών με τον Χρυσό Φοίνικα, ξεσήκωσε οργή και μπήκε στην μαύρη λίστα των απαγορευμένων ταινιών. Η Βιριδιάνα είναι μια νέα καλόγρια η οποία επιθυμεί να αφιερώσει τη ζωή της περιθάλποντας τους φτωχούς και τους άστεγους. Ωστόσο, μία ή ακόμα και περισσότερες καλές πράξεις, δεν αλλάζουν τον κόσμο και το κυριότερο, η αγαθοεργία, δεν αποτελεί λίγες φορές το πρόσχημα προκειμένου να ασκήσει κανείς εξουσία. Πρόκειται για μια από τις πιο βλάσφημες ταινίες του Μπουνιουέλ με σκηνές που σόκαραν την εκκλησία και το κοινό της εποχής, και όχι μόνο εξαιτίας των σκανδαλωδώς ωραίων ποδιών της Σίλβια Πινάλ: Το φλεγόμενο ακάνθινο στεφάνι του Ιησού, το δείπνο των ζητιάνων που παραπέμπει στο Μυστικό Δείπνο της Βίβλου, ήταν χτυπήματα κάτω από τη μέση για τους Καθολικούς και παραπάνω απ’ όσα θα μπορούσαν ν’ αντέξουν.
Το «Ο Σιμών της ερήμου» («Simón del desierto») το 1964 είναι η τελευταία ταινία που θα γυρίσει στο Μεξικό μετά τον περίφημο «Άγγελο Εξολοθρευτή» δύο χρόνια νωρίτερα. Από αυτή τη στιγμή και μετά τα βήματα του θα τον οδηγήσουν ακόμα μια φορά στο Παρίσι, όπου που θα τον υποδεχτεί το κύμα της Νουβέλ Βαγκ.
Μεξικό: Φιλμογραφία 1946- 1964
Gran Casino (1946)
El gran calavera (1949)
Los olvidados (1950)
Susana (Carne y demonio) (1950)
La hija del engaño (1951)
Una mujer sin amor (1951)
Subida al cielo (1951)
El bruto (1952)
Robinson Crusoe (Adventures of Robinson Crusoe) (1952)
Él (1952)
Abismos de pasión (1953)
La ilusión viaja en tranvía (1953)
El río y la muerte (1954)
Ensayo de un crimen (1955)
La muerte en este jardín (La mort en ce jardin) (1956)
Nazarín (1958)
Los ambiciosos (La fièvre monte à El Pao) (1959)
La joven (The Young One) (1960)
Viridiana (1961)
El ángel exterminador (1962)
Simón del desierto (1964)
-http://www.cinedogs.gr/
Λουίς Μπουνιουέλ (Luis Buñuel Portolés, 22/2/1900 – 29/7/1983)
Ο Λουίς Μπουνιουέλ θεωρείται ο πατέρας του κινηματογραφικού σουρεαλισμού και ένας από τους πιο πρωτότυπους σκηνοθέτες που υπήρξαν ποτέ. Ο Μπουνιουέλ γεννήθηκε στην Καλάντα (Calanda) της Ισπανίας, στην επαρχία της Αραγονίας, το 1900, αν και τα παιδικά του χρόνια τα πέρασε στην πόλη της Σαραγόσα. Ήταν γόνος εύπορης οικογένειας Ιησουϊτων, ανατράφηκε ιδιαίτερα αυστηρά, πράγμα που φανερώνεται στα έργα του από την εμμονή του με τη θρησκεία. Είχε την πρώτη του επαφή με τον κινηματογράφο σε ηλικία οκτώ ετών. Την περίοδο 1917-1924 σπούδασε στο πανεπιστήμιο της Μαδρίτης όπου αρχικά – και κατόπιν προτροπής του πατέρα του – στόχευε στην απόκτηση ενός διπλώματος αγρονόμου μηχανικού. Στην πορεία άλλαξε προσανατολισμό και στράφηκε στην μηχανολογία της βιομηχανίας ενώ για ένα χρόνο εργάστηκε και στο Μουσείο Φυσικής Ιστορίας της Μαδρίτης και ειδικότερα στον τομέα της εντομολογίας, όπου ο Μπουνιουέλ είχε μεγάλη κλίση. Η τελευταία του στροφή σημειώθηκε με την απόκτηση διπλώματος φιλοσοφίας με ειδικότητα στην ιστορία. Στην φοιτητική εστία του πανεπιστημίου γνωρίστηκε – μεταξύ άλλων Ισπανών καλλιτεχνών – και με τον ζωγράφο Σαλβαδόρ Νταλί καθώς και με τον ποιητή Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα, με τους οποίους συνδέθηκε φιλικά.
Μετά τις σπουδές του ξεκίνησε να εργάζεται ως βοηθός σκηνοθέτη στο Παρίσι αν και οι γνώσεις του γύρω από την σκηνοθεσία και τις τεχνικές του κινηματογράφου ήταν ελάχιστες. Η πρώτη του προσωπική κινηματογραφική απόπειρα εκδηλώθηκε με τον Ανδαλουσιανό σκύλο, το 1929, μία ταινία μικρού μήκους, μόλις 17 λεπτών, αμιγώς υπερρεαλιστική. Το σενάριο της ταινίας συνυπογράφει μαζί με τον Μπουνιουέλ και ο Νταλί. Αμέσως μπήκε στην ιστορία του κινηματογράφου με τις τολμηρές εικόνες του – το τεμαχισμένο μάτι στην αρχή της ταινίας σοκάρει ακόμα και σήμερα. Το φιλμ ξεσήκωσε θύελλα αντιδράσεων, κάτι που ικανοποιούσε τους δύο αναρχικούς καλλιτέχνες, ενώ οι Σουρεαλιστές από την άλλη μεριά το λάτρεψαν και τους αγκάλιασαν με ενθουσιασμό.
Οπως όλοι οι σουρεαλιστές ήθελαν πάντα να προκαλούν σκάνδαλο, να εξεγείρονται απέναντι σε καταστάσεις κατεστημένες, έτσι και ο Λουίς Μπουνιουέλ ενοχλούνταν όταν ευχαριστούσε το κοινό και ευχαριστιόταν όταν το ενοχλούσε. «Ο σουρεαλισμός βρίσκεται στην υπηρεσία της επανάστασης…» συνήθιζε να λέει.
Μερικές φορές, όταν οι ταινίες του γίνονταν αποδεκτές από τον κόσμο, θύμωνε. «Εκανα κάτι λάθος» έλεγε».
Η επόμενη ταινία του Μπουνιουέλ ήταν η Χρυσή Εποχή (1930).
Μετά τον Ισπανικό εμφύλιο πόλεμο και την περίοδο 1939-1945 ο Μπουνιουέλ βρέθηκε στις Ηνωμένες Πολιτείες. Για ένα διάστημα εργάστηκε στο κινηματογραφικό αρχείο του Μουσείου Μοντέρνας Τέχνης στη Νέα Υόρκη και αργότερα μετακόμισε στο Hollywood όπου συμμετείχε στην παραγωγή ταινιών, μεταφορών γνωστών εμπορικών επιτυχιών στα ισπανικά. Μεταξύ άλλων μικρής αξίας ταινιών, συμμετείχε στη δημιουργία κινηματογραφικών έργων με θέμα τον Ισπανικό εμφύλιο. Είναι γεγονός πως στο Χόλλυγουντ, ο Μπουνιουέλ δεν κατάφερε να οικοδομήσει μία σημαντική καριέρα.
Την περίοδο 1946-1960, ο Μπουνιουέλ εργάστηκε ως σκηνοθέτης στο Μεξικό. Αρχικά παρακινήθηκε να γυρίσει μία ταινία εκεί από τον παραγωγό Όσκαρ Ντάσινγκερς, υπό τον τίτλο Γκραν Καζινό. Ακολούθησαν άλλες 20 ταινίες, οι οποίες γυρίστηκαν ως επί το πλείστον με περιορισμένα μέσα, χαμηλές αμοιβές, στην ισπανική γλώσσα και σε μικρό χρόνο γυρισμάτων, περίπου είκοσι ημερών. Ο Μπουνιουέλ, ωθούμενος από οικονομική ανάγκη, εργάστηκε συχνά σε θέματα που ο ίδιος δεν είχε επιλέξει, ωστόσο όπως ο ίδιος παραδέχθηκε, ουδέποτε σκηνοθέτησε μία σκηνή αντίθετη με τις πεποιθήσεις του και την αισθητική του. H ταινία Λος Ολβιδάδος (Los Olvidados), του 1950, εισέπραξε πολύ θετικές κριτικές στο Φεστιβάλ των Καννών όπου παρουσιάστηκε, ενώ ο Μπουνιουέλ αναγνωρίστηκε ως ένας από τους σημαντικότερους Ισπανούς σκηνοθέτες. Πολλές από τις ταινίες που σκηνοθέτησε στο Μεξικό θεωρούνται σήμερα κλασικές.
Το 1961 ο Στρατηγός Φράνκο, θέλοντας να επιδείξει το ενδιαφέρον του για τη κουλτούρα της χώρας του, κάλεσε τον Μπουνιουέλ πίσω στην πατρίδα του. Εκείνος επέστρεψε και σε απάντηση έκανε την ταινία Viridiana, η οποία απαγορεύτηκε αμέσως μετά την κυκλοφορία της γιατί θεωρήθηκε βλάσφημη! Παρόλ’ αυτά η ταινία κέρδισε το Χρυσό Φοίνικα.
Ο Μπουνιουέλ σκηνοθέτησε αρκετές γαλλόφωνες ταινίες στη Γαλλία αμέσως μετά την επιτυχημένη κινηματογραφική παραγωγή του στο Μεξικό. Σε αυτό το διάστημα, δημιούργησε μερικές από τις πιο δημοφιλείς ταινίες του, μεταξύ των οποίων η Ωραία της ημέρας, Το σκοτεινό αντικείμενο του πόθου καθώς και Η Κρυφή Γοητεία της Μπουρζουαζίας. Λιγότερο γνωστές αλλά εξίσου σημαντικές ταινίες της ίδιας περιόδου, είναι ο Γαλαξίας και το Φάντασμα της Ελευθερίας.
Ο Μπουνιουέλ αποσύρθηκε από τον κινηματογράφο το 1977 και στα επόμενα χρόνια ολοκλήρωσε την αυτοβιογραφία του, στην οποία λέει πως θα μπορούσε να κάψει όλες τις κόπιες των ταινιών του! Πέθανε το 1983 στο Μεξικό από κίρρωση του ήπατος.
Είχε πει για τον θάνατο: «Το να πεθάνω και να εξαφανισθώ μου φαίνεται τέλειο· αντίθετα, η πιθανότητα να παραμείνω αιώνιος μου προκαλεί τρόμο». και «Ειλικρινά, παρά τον τρόμο που μου προκαλεί ο τύπος, θα μου άρεζε μετά το θάνατο μου να σηκώνομαι κάθε δέκα χρόνια από το τάφο μου και να αγοράζω μερικές εφημερίδες!»
«Πορτραίτο του Λουίς Μπουνιουέλ»
Σαλβαντόρ Νταλί
Φιλμογραφία
1977 Το Σκοτεινό Αντικείμενο του Πόθου
1974 Το Φάντασμα της Ελευθερίας
1972 Η Κρυφή Γοητεία της Μπουρζουαζίας
1970 Τριστάνα
1969 Γαλαξίας
1967 Η Ωραία της Ημέρας
1965 Ο Σίμων της ερήμου
1964 Το ημερολόγιο μιας καμαριέρας
1962 Ο εξολοθρευτής άγγελος
1961 Βιριδιάνα
1960 Μετά τον βιασμό
1959 La Fièvre monte à El Pao
1959 Ναζαρεν
1956 Ο θάνατος σε αυτό τον κήπο
1956 Αυτό ονομάζεται αυγή
1955 το ποτάμι και ο θάνατος
1955 Η εγκληματική ζωή του Αρττσιμπάλδ ντε λα Κρουζ
1954 Οι περιπέτειες του Ροβινσώνα Κρούσου
1954 Ανεμοδαρμένα ύψη
1954 La Ilusión viaja en tranvía
1953 Το κτήνος
1952 Una Mujer sin amor
1952 Ανέβασμα στον ουρανό
1951 La Hija del engaño
1951 Σουζάνα
1950 Los Olvidados
1949 El Gran Calavera
1947 Γκραν καζίνο
1933 Γη χωρίς ψωμί (ντοκ)
1930 Χρυσή εποχή
1929 Ανδαλουσιανός σκύλος
http://www.klg.gr/
camerastyloonline.wordpress.com
198ΒΙΝΤΕΟ
Δημοφιλή βίντεο - Βιριδιάνα
από το χρήστη Viridiana - Topic
2:271961 Viridiana - Trailer
1:49Viridiana (1961)
Προβολή πλήρους playlist (198 βίντεο)
1:08:22
Viridiana 1961
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.